Skip to main content

Το Ενυδρείο της Ιερισσού

Μπορεί μην είναι μεγάλο ή επιβλητικό, αλλά οι χιλιάδες μικροί επισκέπτες που κολλάνε για ώρες το πρόσωπό τους πάνω στα τζάμια και δεν λένε να φύγουν, το εκτιμούν ιδιαιτέρως! Βρίσκεται στην παραλία της Ιερισσού, σε ημιυπόγειο χώρο και φιλοξενεί ψάρια, θαλασσινά και οστρακοειδή απο τον κόλπο της Ιερισσού όπως μουρμούρες, σαλάχια, σκορπιούς, μπαρμπούνια, πέρκες, ροφούς, σαργούς, αστακούς, χελιδονόψαρα κ.α. Εχει χωρητικότητα 40 κυβικών μέτρων και περιέχει θαλασσινό νερό, το οποίο ανανεώνεται συνεχώς με ειδική αντλία που συνδέεται με τη θάλασσα.

Info

Το ενυδρείο είναι ανοιχτό όλη την ημέρα και η είσοδος είναι ελεύθερη.

Τη διώρυγα του Ξέρξη

Πρόκειται για το μεγαλύτερο τεχνικό έργο που έγινε κατά την αρχαιότητα στη Χαλκιδική. Κατά τους Μηδικούς πολέμους, και συγκεκριμένα το 480 π.Χ., σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο βασιλιάς των Περσών Ξέρξης θέλησε να οδηγήσει τον πολυπληθή στόλο του από την Aκανθο στη Θέρμη (όπως ονομαζόταν τότε η Θεσσαλονίκη), αποφεύγοντας τον επικίνδυνο περίπλου του Aθωνα για να μην έχει την τύχη του στόλου του Μαρδόνιου μια δεκαετία πριν. Ετσι, διέταξε και άνοιξαν μια διώρυγα που εκτεινόταν από τα σημερινά Νέα Ρόδα μέχρι την Τρυπητή και συνέδεε τον κόλπο της Ιερισσού με τον Σιγγιτικό κόλπο, όπου βρισκόταν οι πόλεις Ασσα, Πίλωρος, Σίγγος και Σάρτη που ήταν ήδη υποταγμένες στους Πέρσες.

Η διώρυγα, αν και αναφερόταν από τον Ηρόδοτο, ο οποίος μάλιστα περιέγραψε με σχετική λεπτομέρεια τις διαστάσεις της, αλλά και τον έγκριτο αρχαίο ιστορικό Θουκυδίδη, εντούτοις έγινε αντικείμενο αμφισβήτησης από τους ιστορικούς στο πρόσφατο και απώτερο παρελθόν. Η βασικότερη αμφισβήτηση προήλθε από τον Δημήτριο τον Σκήψιο, ο οποίος παρατήρησε ότι στη μια άκρη της αρχαίας διώρυγας υπήρχε σκληρό πέτρωμα, αδύνατο να εκσκαφθεί την εποχή της διάνοιξης, γεγονός που τον οδήγησε στο να πιθανολογήσει την ύπαρξη διολκού στο σημείο αυτό.

Γενικά η υπόθεση της διολκού, όπως και στην αρχαία Κόρινθο, υποστηρίχθηκε και από μερικούς άλλους συγγραφείς. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ηρόδοτου, το έργο ο Ξέρξης το ανέθεσε στους Αρταχαίη και Βούβαρο. Λέγεται ότι ο θηριώδης Αρταχαίης, ο οποίος ήταν Αχαιμενίδης, ξεπερνούσε όλους τους Πέρσες στο ανάστημα έχοντας ύψος σχεδόν 2,5 μέτρα και στεντόρεια φωνή. Ομως, λίγο πριν τελειώσει η διώρυγα αρρώστησε βαριά και πέθανε, κάτι που ο Ξέρξης θεώρησε κακό οιωνό. Ο Αρταχαίης τάφηκε στην Ακανθο με μεγάλες τιμές.

Η διώρυγα σήμερα είναι θαμμένη. Εχει εντοπιστεί ανάμεσα στα χωριά Νέα Ρόδα και Τρυπητή και το τοπίο μεταξύ των χωριών σε τίποτα δε θυμίζει την αρχαία τεράστια κατασκευή, αν εξαιρέσει κανείς μια μικρή κοιλάδα στο κέντρο του ισθμού. Η διώρυγα έχει μήκος 2 χιλιόμετρα και πλάτος 30 μέτρα. Το μέγιστο βάθος της υπολογίζεται στα 15 μέτρα. Είναι ορατή από μεγάλο ύψος, αφού το σημείο έχει υποστεί  καθίζηση. Το 2008 έγιναν έρευνες από Βρετανούς και Ελληνες μηχανικούς που έδειξαν την ακριβή της θέση και τις διαστάσεις της και κατέρριψαν τη θεωρία της διολκού. 

Τα στοιχεία δείχνουν ότι η διώρυγα εγκαταλείφθηκε μετά την διάνοιξή της, γι’ αυτό δεν υπάρχουν υπολείμματα κτιρίων γύρω της. Η όλη επιχείρηση του Ξέρξη μοιάζει, μάλλον, με προσπάθεια εντυπωσιασμού και επίδειξης δυνάμεως στους τότε κατοίκους της Χαλκιδικής.

Info

Σύμφωνα με την αρχαιολόγο Ιουλία Βοκοτοπούλου, η διώρυγα όχι μόνο διανοίχτηκε, αλλά και χρησιμοποιήθηκε. Παρά τη φυσική επιχωμάτωσή της, στο στενότερο σημείο του Ισθμού διαφαίνεται κατά τόπους ένα μεγάλο χαντάκι. Πρόβλακας, άλλωστε, ονομάζεται στην παραλία των Νέων Ρόδων το σημείο όπου άρχιζε η διώρυγα. Εκεί διακρίνονται αρχαίοι τοίχοι μέσα στη θάλασσα.

Τα καρνάγια της Ιερισσού

Σε όλη την Ελλάδα δύσκολα θα βρείτε πιο εντυπωσιακή τοποθεσία για καρνάγια από εκείνη της Ιερισσού. Αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου, και σε πείσμα της σύγχρονης εποχής που προέκρινε τη χρήση πλαστικού και άλλων υλικών στην κατασκευή σκαφών, οι εναπομείναντες καραβομαραγκοί αντιμετωπίζουν τις αντίξοες οικονομικές συνθήκες. Κανένα από τα καρνάγια που έχουν απομείνει δεν χαρακτηρίζεται από την ένταση και τη ζωντάνια του παρελθόντος. Κάποια από τα υπόστεγα είναι ετοιμόρροπα, ενώ δεν λειτουργούν όλες οι εγκαταστάσεις. Τα ναυπηγικά σχέδια, όμως, παραμένουν στο μυαλό και στην καρδιά των καραβομαραγκών στους οποίους τα παλιά τα χρόνια έφερναν 300 τόνους ξύλα «στρόγγυλα» (κυρίως πεύκο) κι εκείνοι έφταχναν μεγάλα ξύλινα σκαριά που χωρούσαν έως και 250 άτομα!

Info

Πάνω από 100 άτομα απασχολούσαν τον προηγούμενο αιώνα τα τέσσερα μεγάλα καρνάγια της Ιερισσού και πολλές οικογένειας ζούσαν στην περιοχή από αυτή την παραδοσιακά ελληνική δραστηριότητα της μετατροπής του ξύλου σε ζωντανό πλεούμενο που αναμετριέται με τη θάλασσα.

Τα Υφαντά

Σε όλα τα βιβλία για τη Χαλκιδική θα δείτε αναφορές στα χειροποίητα υφαντά που έφτιαχναν σε διάφορες περιοχές. Στις μέρες μας, βέβαια, μπορεί να έχουν απομείνει λίγες υφάντρες, αλλά η τέχνη δεν χάνεται! Παράδοση στην υφαντική είχε από παλιά η Αρναία και τα υφαντά της ήταν ονομαστά και μοναδικά. Μέχρι το 1930 η υφαντική ήταν σε ακμή και τα υφαντά ή τα μεταξωτά που έφτιαχναν ήταν περιζήτητα. Ολος ο κάμπος ως τη Γερακινή, τα Καλύβια, τον Αγιο Μάμμα ήταν γεμάτος μουριές (ασκαμιές, από το αρχαίο συκάμινος). Υπήρχαν γυναίκες υφάντριες, αλλά και άντρες υφαντές και κεντητές για να κάνουν τα πιο χοντρά ρούχα.

Στην Ουρανούπολη οι πρόσφυγες έφεραν μαζί τους την τέχνη του υφαντού χαλιού και σχέδια ανατολίτικα. Η Joice Loch βοήθησε τις γυναίκες να πειραματιστούν με νέους τρόπους βαφής των νημάτων από φυτικές ύλες όπως ρίζες, φλούδες, φύλλα και έντομα και ο σύζυγός της έφερε από το Αγιο Ορος σχέδια από βυζαντινά μοτίβα και τοιχογραφίες.

Σύμφωνα με την προφορική μαρτυρία μιας από τις παλιές υφάντρες, της κυρίας Σοφίας Ισαακίδου που δούλεψε μαζί με την Loch από το 1951 και μετά, οι γυναίκες έπαιρναν δουλειά στα σπίτια τους, ή δούλευαν στον πύργο Προσφορίου και το ζευγάρι αναλάμβανε μετά να πουλήσει τα υφαντά τους. Εως 15-20 γυναίκες έφτιαχναν υφαντά στη δική της εποχή και παλαιότερα ακόμη περισσότερες. Σ’ ένα χαλί δούλευαν 2-3 μαζί και χρειάζονταν περίπου ένα μήνα για να το ολοκληρώσουν. Πληρωνόντουσαν με τον κόμπο και με τα χρήματα βοηθούσαν τις οικογένειές τους, ή αγόραζαν τα φουστάνια

AΡΓΑΛΕΙΟΣ & ΥΦΑΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΡΝΑΙΑ

Ο αργαλειός και η υφαντική τέχνη γνώρισαν στην Αρναία λαμπρές σελίδες δόξας. Εργαλείο απαραίτητο σε κάθε νοικοκυριό της ελληνικής υπαίθρου και τέχνη αναγκαία για κάθε νοικοκυρά. Με τα χέρια της και μ' αυτό το εργαλείο έπρεπε να ντύσει όλη την οικογένεια, να υφάνει τα στρωσίδια του σπιτιού και τα σκεπάσματα της οικογένειας για τις δύσκολες και κρύες νύχτες του χειμώνα. Δεν υπάρχει γωνιά της Ελλάδας που να μην είναι ακόμη νωπές οι μνήμες του αργαλειού και της τέχνης αυτής.

Στην Αρναία όμως οι μνήμες και η τέχνη αυτή έγιναν θρύλος, σημάδεψαν και ταύτισαν την ιστορία του τόπου, με το διασίδι, το στημόνι, τη σαΐτα, τα χτένια, τα μυτάρια, τις ρόκες, τα λανάρια, τα αδράχτια, μα κύρια και πρωταρχικά με τα μοναδικά Αρνιώτικα προικιάρικα υφαντά. Προικοσύμφωνο που στα κατάστιχα του δεν συμπεριελάμβανε κάποιο Αρνιώτικο επώνυμο χαλί, ή μπάντα για τον τοίχο, θεωρούνταν «λειψό» και η νύφη «φτωχιά». Δεν υπήρχε σπίτι που να μην έχει έναν και δύο αργαλειούς και δεν υπήρχε γυναίκα που να μην γνωρίζει τα μυστικά του. Κάποιες δε από τις υφάντρες αυτές έγραψαν τη δική τους προσωπική λαμπρή ιστορία.

Ο Γάλλος πρόξενος της Θεσσαλονίκης E. Cousinery στο βιβλίο του «Ενα ταξίδι στη Χαλκιδική στα 1793» γράφει: «Η ευμάρεια, μέσα στην οποία ζουν οι κάτοικοι της Λιαρίγκοβης δεν προέρχεται μόνο από την καλλιέργεια των αγρών τους. Κατασκευάζουν τάπητες (κιλίμια) για τους οποίους χρησιμοποιούν το μαλλί του τόπου. Ολες σχεδόν οι οικογένειες ασχολούνται με την εργασία αυτή και τα προϊόντα της βιοτεχνίας αυτής έφθαναν και πουλιότανε ως τη Ρωμυλία (ROMELIE) και ιδίως στα μοναστήρια». Ο Ν. Σχοινάς στις οδοιπορικές του σημειώσεις στα 1887, μεταξύ των άλλων αναφέρει για την Λιαρίγκοβη: «Οι μεν άνδρες είναι αγωγιάτες, μελισσοτρόφοι, αμπελουργοί, κτηνοτρόφοι, οι δε γυναίκες ασχολούνται στην κατασκευή ωραίων ταπήτων εκ μαλλίου».

Η Αρναία είχε μετατρέψει την οικοτεχνία της υφαντικής σε μια βαριά βιομηχανία για τον τόπο. Οι γυναίκες ύφαιναν περίτεχνα υφαντά και οι άνδρες τα εμπορεύονταν σε ολόκληρο το χώρο της Μακεδονίας και όχι μόνο. Σχέδια και μοτίβα μοναδικά -με ονομασία προέλευσης θα λέγαμε σήμερα, Λιαριγκοβνά, (από την παλιά ονομασία της Αρναίας Λιαρίγκοβη)- στόλιζαν μοναστήρια, σπίτια, προίκες και αρχοντικά. Μοναδικές συνθέσεις όπως η κλώνος, η κρικέλα, η τρανταφ'λλιά, τσ Μινάδενας και αριστουργήματα υψηλής χειροτεχνικής αξίας όπως το άρμα του ήλιου, ο χορός των Μουσών, η Ελληνική λεβεντιά, ο χορός των Σουλιωτισσών (Ζάλογγο), τα ελάφια, ο μήν του μέλιτος, ο βασιλεύς της ερήμου, η βοσκοπούλα, το μοναστηράκι και πολλά άλλα, έχουν γράψει την δική τους ιστορία στο χώρο και στον τόπο.

ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ-ΕΝΩΣΕΙΣ

Η ιστορία του αργαλειού και της υφαντικής τέχνης στην Αρναία χάνεται στο βάθος του χρόνου. Ο εμπνευσμένος και σοφός ιεράρχης του Τόπου μακαριστός Μητροπολίτης Σωκράτης Σταυρίδης με τη διορατικότητα και την οξυδέρκεια που τον χαρακτήριζε, οργάνωσε τις γυναίκες υφάντρες σε σωματείο (1917) Το 1946 ιδρύθηκε ο Συνεταιρισμός Χωρικής Υφαντικής και οργανώθηκε και λειτούργησε συνεταιριστικό βαφείο στη θέση Πλυσταριό.

Το 1969 ιδρύθηκε η Ενωση Βιοτεχνών-Οικοτεχνών Αρναίας και ο δραστήριος πρόεδρος της κ. Γιάννης Κουλουμπής, κατάφερε να κάνει γνωστά τα προϊόντα του αργαλειού της Αρναίας και εκτός των συνόρων της χώρας. Η Αρναία μέχρι και το 1980 εξήγαγε διάφορα μικρά υφαντά στην Αυστραλία, Γερμανία, Αμερική, Καναδά και Σουηδία (κυρίως μικρές μπάντες, πατάκια, ταγάρια, μαξιλάρια και φλοκάτες). Για πρώτη φορά έγινε συνεργασία με κρατικούς φορείς (ΕΟΜΜΕΧ, ΕΟΤ και ΑΤΕ) και εξασφαλίστηκε η δυνατότητα των υφαντριών να παίρνουν χαμηλότοκα δάνεια (μαλλο-δάνεια), ενώ κατασκευάστηκαν και μοιράστηκαν σε όλες τις υφάντρες μεταλλικοί αργαλειοί.

Το 1985 ιδρύθηκε τη βοήθεια του ΕΟΜΜΕΧ ο Συνεταιρισμός Προβολής Προϊόντων Χειροτεχνίας και Λαϊκής Τέχνης. Ομως, η βιομηχανοποίηση και το άνοιγμα φθηνότερων αγορών, έπληξε καίρια τον προσοδοφόρο αυτό τομέα της οικοτεχνίας των υφαντών και στις μέρες μας τείνει να τον εξαφανίσει εντελώς.

Η ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥΔΗ

Τύχη αγαθή για την Αρναία, την 10ετία του 1990, μία από τις τελευταίες καλλιτέχνιδες υφάντρες της, η κ. Χαρίκλεια Δημητρακούδη η οποία, αθεράπευτα ερωτευμένη με τον αργαλειό και την παράδοση, μετέτρεψε το ισόγειο του σπιτιού της σ' ένα μικρό μουσείο υφαντών και παραδοσιακών αντικειμένων. Αφιλοκερδώς δεχόταν και ξεναγούσε επισκέπτες και ξένους τουρίστες. Τιμής ένεκεν σ' αυτή την ταπεινή υφάντρα, ας αφεθούμε νοερά στην δική της διήγηση:

« ...Για μας τους Αρνιώτες, το υφαντό είναι η τοπική μας ταυτότητα. Η παράδοση λέει πως στο κάστρο της Ωριάς, που τοποθετείται ιστορικά στον Αη Λιά, η βασιλοπούλα ύφαινε με χρυσή κλωστή και χρυσή σαϊτα... Παλιότερα οι γυναίκες δούλευαν και το βαμβάκι. Ειδικοί τεχνίτες, οι στιβαχτάρηδες, όπως τους αποκαλούσαν, έφερναν το βαμβάκι, το στίβαζαν, οι δε γυναίκες, το έκλωθαν στη ρόκα στιμόνι, για τα χαλιά και τις μπάντες… Αλλά και το μετάξι δουλεύαμε, από το μεταξόσπορο ως το κουκούλι και την μεταξωτή κλωστή, βροχό, όπως το λέγαμε. Υφαίναμε τα μεταξένια στρωσίδια και τα μεταξένια φορέματα. Μάλιστα, ήταν και το πρώτο έσοδο που εισέπραττε η οικογένεια από την αρχή του καλοκαιριού  το μαξούλι όπως το λέγαμε... Για μας το υφαντό ήταν ανάγκη, έντυνε τον Αρνιώτη από τη γέννα ως τη γούρνα. Εμείς, όμως, οι γυναίκες, με μεράκι και φαντασία το κάναμε και καλλιτέχνημα, για να διακοσμεί το σπίτι μας και να ομορφαίνει τη σκληρή ζωή μας. Τα υφαντά μας έπαιρναν ονόματα, που δήλωναν την τεχνική της κατασκευής, (με το νύχι ή θηλωτά), την ύλη, το σχέδιο, το χρώμα (όπως χακί κ.λ.π.), ή τη χρήση τους (μεσάλι) για το ψωμί στην πινακωτή (τρόκνια) για την μεταφορά του μωρού στην πλάτη, ή την προέλευσή τους, Πουλυγυρνό, Ρεβενικιώτικο κ.λ.π.».

Είναι τα λόγια της από την εισήγηση που έκανε η ίδια στο 1ο Αναπτυξιακό Συνέδριο Αρναίας (21-22 Ιουλίου 1990). Η εισήγησή της είχε τον τίτλο: «Το χειροποίητο υφαντό της Αρναίας: Πώς βλέπουν και αξιολογούν το πρόβλημα οι ίδιες οι υφάντρες της Αρναίας». Μαζί, χάνονταν και η ίδια και αυτοί, σε γλαφυρές σε πρώτο πρόσωπο ιστορίσεις για τα υφαντά, τον αργαλειό, τις φυτικές βαφές και την τέχνη της ψυχής της: την υφαντική. Την τέχνη που την αξίωσε, ενώ η ίδια ήταν αγράμματη και δυσλεκτική, να αναθρέψει με τη σαΐτα και το χτένι τέσσερα παιδιά και να τα σπουδάσει όλα γιατρούς.

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΥΦΑΝΤΙΚΗΣ

Τον Ιούλιο του 2009, τα παιδιά της αποφάσισαν να δωρίσουν στον Δήμο την δική τους ψυχή, την κληρονομιά της μάνας τους -τον αργαλειό και τα υφαντά της. Ακολούθησε προγραμματική σύμβαση Νομαρχίας (Α. Ζωγράφος), Δήμου (Λ. Λαζάρου) και Επιτροπής Ερευνών του ΑΠΘ για την αξιοποίηση και μετατροπή σε μουσείο του αρχοντικού «Γιαννούδενας».

Στις 01/11/2010, στην τοπική εορτή των Αγίων Αναργύρων, έγιναν τα εγκαίνια του μουσείου Υφαντικής Αρναίας, το οποίο είναι ένα κόσμημα για την Αρναία, τον ευρύτερο Δήμο Αριστοτέλη και ολόκληρη τη Χαλκιδική. Στους χώρους του μπορεί να βιώσει ο κάθε επισκέπτης το μεγαλείο της τέχνης αυτής. Να ξεναγηθεί στους δύο ορόφους του, να θαυμάσει την συλλογή της κας Δημητρακούδη, να διαβάσει τις χειρόγραφες συνταγές φυτικών βαφών απ' το προσωπικό της τετράδιο, να γνωρίσει τον εξοπλισμό της υφάντρας, να ακούσει τους ήχους του αργαλειού και το σφύριγμα της σαΐτας, να ακούσει τραγούδια σχετικά με τον αργαλειό και να ζήσει εικόνες του χθες μέσα από τον σύγχρονο ηλεκτρονικό εξοπλισμό του μουσείου.

* Κείμενο: Αστέριος Θ. Καραστέργιος, τ. Δήμαρχος Αρναίας, τ. Πρόεδρος μουσείου Υφαντικής

 

Το Άλσος του Αριστοτέλη

Στο ιστορικό χωριό των Σταγείρων, σε μια καταπληκτική τοποθεσία σε υψόμετρο περίπου 500 μ., δίπλα στα απομεινάρια του Μαχαλά, της πρωτεύουσας των Μαντεμοχωρίων, βρίσκεται το Αλσος του Αριστοτέλη. Είναι το μοναδικό θεματικό πάρκο της Χαλκιδικής. Αξίζει να το επισκεφθείτε για να δείτε τα ενδιαφέροντα όργανα και να χαρείτε την υπέροχη θέα προς τον κόλπο της Ιερισσού. Το άλσος προϋπήρχε και η υπέροχη τοποθεσία επιλέχθηκε το 1956 για να φιλοξενήσει το επιβλητικό άγαλμα του Αριστοτέλη, έργο του γλύπτη Νικόλα, ώστε να τιμηθεί ο μεγάλος φιλόσοφος ο οποίος γεννήθηκε στα Αρχαία Στάγειρα.

Τα πρωτότυπα διαδραστικά όργανα που φιλοξενούνται στο χώρο του άλσους τοποθετήθηκαν το 2003 από τη Δημοτική Επιχείρηση Σταγείρων-Ακάνθου και σήμερα το διαχειρίζεται η Δημοτική Ανώνυμη Επιχείρηση του Δήμου Αριστοτέλη. Πρόκειται για πειραματικά όργανα που λειτουργούν βάσει των φυσικών νόμων οι οποίοι αναφέρονται στα συγγράμματα του Αριστοτέλη και ιδιαίτερα στο έργο του «Τα Φυσικά». Με αυτή την προσθήκη, το Αλσος του Αριστοτέλη έχει γίνει αγαπημένος προορισμός για όλους τους επισκέπτες και τα σχολεία, καθώς συνδυάζει με τρόπο μοναδικό την αναψυχή, την ψυχαγωγία και την εκπαίδευση. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται και καφέ-εστιατόριο με εκπληκτική θέα στον κόλπο της Ιερισσού και στο Άγιο Όρος. Υπολογίζεται ότι μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες δέχεται περισσότερους από 15.000 επισκέπτες.

Στο χώρο του άλσους θα δείτε, επίσης, τον πύργο του Μαδέμ Αγά μαζί με το κονάκι του που αποτελούσε και το διοικητικό κέντρο των μεταλλείων της περιοχής των Σιδηροκαυσίων.

Ηλιακό ρολόι.  Το οριζόντιο ηλιακό ρολόι δείχνει τον χρόνο στο σημείο που βρισκόμαστε. Η διαφορά με την επίσημη ώρα είναι 1:25 το καλοκαίρι και 0:25 τον χειμώνα. Μέσα από τις καμπύλες γραμμές, εκτός από την ώρα βλέπουμε ακόμη και τον μήνα που διανύουμε.

Φακός.  Κάθε φωτόνιο (ποσό ενέργειας ακτινοβολίας) από μόνο του έχει ελάχιστη ενέργεια, όταν όμως όλα μαζί συγκεντρωθούν σε ένα σημείο η ενέργεια αυτή γίνεται πολύ μεγάλη.

Πυξίδα.  Η φιλοσοφία δεν έχει τόπο, είναι παγκόσμια και κτήμα της ανθρωπότητας. Η αριστοτελική φιλοσοφία έχει φθάσει σε όλα τα μέρη του κόσμου και είναι αφετηρία της σύγχρονης επιστημονικής σκέψης.

Πεντάφωνο.  Ανάλογα με το ειδικό βάρος και τη μάζα, από κάθε υλικό παράγεται με την κρούση διαφορετική ηχητική συχνότητα. Οι 5 γρανίτες ανταποκρίνονται στην κλίμακα του αρχαίου πενταφώνου.

Οπτικοί Δίσκοι.  Όταν εικόνες περνούν με μεγάλη ταχύτητα από το ανθρώπινο μάτι δεν αντιλαμβανόμαστε τις εικόνες σαν διαφορετικές (βλ. Κινηματογράφος)

Εκκρεμές.  Η ενέργεια του ενός συστήματος που ξεκινά την ταλάντωση μεταφέρεται λόγω σύζευξης στο άλλο σύστημα με αποτέλεσμα το πλάτος ταλάντωσης να μειώνεται στο πρώτο και να αυξάνεται στο επόμενο.

Υδροστρόβιλος.  Η ενέργεια που δίνεται με την περιστροφή του μοχλού δημιουργεί την δίνη στο υγρό, όπως η περιστροφική κίνηση του αέρα δημιουργεί τον ανεμοστρόβιλο.

Σφαίρες αδράνειας.  Μεταφορά ορμής κατά την κρούση των σφαιρών, όπου διατηρείται η ορμή που μεταφέρεται διαδοχικά σε κάθε μια μέχρι την τελευταία.

Παραβολικά κάτοπτρα.  Τα μεταφερόμενα μέσω του αέρα ηχητικά κύματα ανακλώνται στο παραβολικό κάτοπτρο και η ενέργεια τους συγκεντρώνεται στο κέντρο. Κατά την ανάκλαση επαναλαμβάνεται το ίδιο φαινόμενο.

Τηλεσκόπια.  Με τα τηλεσκόπια, μπορεί κανείς να απολαύσει καλύτερα την φανταστική από το Άλσος, θέα του κόλπου της Ιερισσού και της Αθωνικής χερσονήσου.

Ρολόι του Αριστοτέλη. Το 2019 τοποθετήθηκε ένα νέο έκθεμα. Πρόκειται για ένα υδραυλικό ωρολόγιο –ξυπνητήρι που εφηύρε ο Αριστοτέλης προκειμένου να ξυπνά μετά από σύντομο χρονικό διάστημα και έτσι να αφιερώνει περισσότερο χρόνο στις μελέτες του, όπως διασώζει ο Διογένης ο Λαέρτιος.
Είχε τη μορφή μιας μεγάλης κλεψύδρας, όπως το αντίστοιχο ξυπνητήρι του Πλάτωνα. Όταν η κλεψύδρα γέμιζε την προκαθορισμένη στιγμή σφαιρίδια (βοτσαλάκια) έπεφταν σε ένα πιάτο προκαλώντας εκκωφαντικό θόρυβο.

Το Άλσος λειτουργεί από τέλη Μαρτίου έως τέλη Σεπτεμβρίου καθημερινά. 

Τηλ: +30  23760 41327

Ενιαίο εισιτήριο: 2 ευρώ

Παιδιά 6 έως 18 ετών & σπουδαστές έως 24 ετών: 1 ευρώ

Παιδιά κάτω των 6 ετών, κάτοχοι κάρτας αλληλεγγύης & Α.Μ.Ε.Α : ΔΩΡΕΑΝ

Γκρουπ (από 10 άτομα και πάνω) - Οικογένειες : 1,5 ευρώ

Το Κέντρο Πολιτισμού στην Ιερισσό και την Αίθουσα Στερεοσκοπικών Προβολών

Το Κέντρο Πολιτισμού είναι ένας πολυχώρος πολιτισμού και λειτουργεί σ’ ένα εντυπωσιακό κτίριο στο κέντρο της Ιερισσού από το 2004. Εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ως κέντρο ανάδειξης της Αγιορείτικης κληρονομιάς και προβολής της προ του Άθω περιοχής με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας.

Επισκέπτοντας το Κέντρο Πολιτισμού, μπορείτε να δείτε το Λαογραφικό Μουσείο Ιερισσού όπου παρουσιάζονται φωτογραφίες και αντικείμενα από την καθημερινή ζωή της Ιερισσού του προηγούμενου αιώνα.

Μπορείτε ακόμη να δείτε την έκθεση φωτογραφίας από τον καταστροφικό σεισμό του 1932 που κατέστρεψε ολοσχερώς το παλιό χωριό της Ιερισσού, την έκθεση φωτογραφίας «1000 χρόνια σε εκατό φωτογραφίες», καθώς και έργα τέχνης τοπικών καλλιτεχνών που κοσμούν τους διαδρόμους του κτιρίου.

Διαθέτει επίσης εκθεσιακό χώρο όπου φιλοξενούνται κατά καιρούς διάφορες περιοδικές εκθέσεις βλ. ενότητα ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ- ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ- ΕΚΘΕΣΙΑΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

και τέλος διαθέτει την αίθουσα στερεοσκοπικών προβολών όπου προβάλλονται ταινίες 3D μικρού μήκους. 

"Φως Μοναχοίς Άγγελοι".Ένα μαγικά εντυπωσιακό τρισδιάστατο ταξίδι στα άδυτα του Αγίου Όρους. Μια 3D παρουσίαση του μοναστικού χώρου και τρόπου ζωής. Ζήστε τη χιλιόχρονη Μοναστική Πολιτεία με την αδιάσπαστη από τον 10ο αιώνα ιστορική συνέχεια. Στο Περιβόλι της Παναγίας, όπου επικρατεί η γαλήνη και η λήθη των εγκοσμίων, ο άνθρωπος οδηγείται στην ψυχική αγαλλίαση και την πνευματική ανάταση. Ο ήχος των σημάντρων μέσα από το θρόισμα του ανέμου στα δέντρα, τα κύματα που δέρνουν τις απόκρημνες ακτές, το άκουσμα των ανόθευτων Βυζαντινών ύμνων, δημιουργούν τη μοναδικότητα που αναζητά η ψυχή. Μ’ αυτό το στερεοσκοπικό οδοιπορικό αναδεικνύεται η Οικουμενικότητα και το διαχρονικό μήνυμα, που η Κιβωτός της Ορθοδοξίας εκπέμπει. Σκοπός είναι να προβληθεί η Πολιτιστική και Θρησκευτική κληρονομιά του Άθω σε όλο τον κόσμο και κυρίως στις γυναίκες, που λόγω του «'Άβατου» δεν είναι δυνατόν να ζήσουν τη θαυμαστή πραγματικότητα.

"Θαλασσόκοσμος"   Αισθανθείτε τη μαγεία των τσιπούρων και των συναγρίδων που κολυμπούν ανάμεσα σας και τα σαλάχια που περνούν από πάνω σας, μην ξεχαστείτε όμως και αγγίξετε τις σμέρνες. Προσπαθείστε να πιάσετε τους τεράστιους ροφούς και τους τόνους, αλλά κρυφτείτε από τους επικίνδυνους καρχαρίες που ψάχνουν για τη λεία τους. Απολαύστε τις μέδουσες σε ένα μαγικό χορό και τα τροπικά φανταχτερά ψαράκια σε μια φανταστική παρέλαση.Η τρισδιάστατη αυτή βιντεοταινία, που προβάλλεται αποκλειστικά στην Ιερισσό Χαλκιδικής, είναι παραγωγή του Κέντρου Πολιτισμού και είναι γυρισμένη στο ενυδρείο Ηρακλείου Κρήτης (www.cretaquarium.gr).

''Άγιο Όρος'' Είναι μια στερεοσκοπική παρουσίαση του Αγίου Όρους που συνδυάζει πληροφορίες για τη Βυζαντινή αρχιτεκτονική, τον τρόπο ζωής των Μοναχών, αλλά και του φυσικού πλούτου της χερσονήσου του Άθω. Μπορείτε μέσω της ταινίας να μπείτε στις Εκκλησίες και στην Τράπεζα, το χώρο όπου τρώνε οι μοναχοί. Στη συνέχεια, μπορείτε να περιπλανηθείτε στο φυσικό πλούτο της χερσονήσου του Άθω, να περάσετε από τις Καρυές, την πρωτεύουσα του Αγίου Όρους για να εξέλθετε και πάλι στο δικό μας κόσμο μέσω της τρισδιάστατης προβολής.

Πληροφορίες στα τηλέφωνα: 23770 21130 (Αίθουσα 3D) και 23770 21121 (Εκθεσιακός χώρος)

Τους Καταρράκτες της Βαρβάρας

Οι καταρράκτες της Βαρβάρας κρύβονται στο πυκνό δάσος που ανήκει στη Βαρβάρα, αλλά βρίσκονται πιό κοντά στην Ολυμπιάδα. Η συμφωνία της φύσης περιλαμβάνει δύο απίθανους καταρράκτες και ολοκληρώνεται με τους ίταμους, τα σκλήθρα, τις φλαμουριές, τις οξιές, τις άγριες φουντουκιές που φυτρώνουν ολόγυρα, ενώ τα βράχια με τα έντονα χρώματα σχηματίζουν ένα είδος πύλης στα ψηλά. Τόσο η τοποθεσία όσο και η αίσθηση ηρεμίας, γαλήνης και επαφής με το φυσικό στοιχείο σε κάνουν να νομίζεις ότι ανακάλυψες ένα κομμάτι του επι γης παραδείσου.

Αφήνοντας το όχημά σας στον χώρο στάθμευσης και μπαίνοντας στη ρεματιά μπορείτε να δείτε τους δύο καταρράκτες. Το σημείο από παλιά ονομαζόταν «του Αγγελούση» και το νερό καταλήγει στον Μαυρόλακα, το ποτάμι που είναι το σύνορο Ολυμπιάδας-Βαρβάρας. O πρώτος καταρράκτης είναι ορατός από ψηλά, ενώ στον δεύτερο θα νιώσετε την ορμή του νερού, ακόμα και το καλοκαίρι. Η περιπατητική διαδρομή ανακάλυψης είναι σύντομη (5-10 λεπτά) και τόσο τα ξύλινα γεφυράκια, όσο και η σωστή σηματοδότηση συμβάλλουν θετικά στην απόλαυση του μοναδικού τοπίου. Ο τόπος είναι ιδανικός για οικογένειες με μικρά παιδιά, τα οποία είναι σίγουρα ότι θα ενθουσιαστούν.

Για να πάτε εκεί θα ακολουθήσετε τον ασφάλτινο δασικό δρόμο Βαρβάρας-Ολυμπιάδας, που αποτελεί μια από τις ομορφότερες ασφάλτινες διαδρομές στη Χαλκιδική, θα περάσετε τις χαρακτηριστικές 5 Βρύσες (το σημείο αυτό λέγεται και Κρασονέρι) και θα κατηφορίσετε μέχρι να δείτε τη σχετική πινακίδα στ’ αριστερά σας. Οδηγήστε στο βατό χωματόδρομο και στα 2,3 χιλιόμετρα πρέπει να έχετε το νου σας καθώς θα χρειαστεί να στρίψετε όλο αριστερά ακολουθώντας τη «φουρκέτα». Μετά από 900 μ. θα βρεθείτε στο σημείο στάθμευσης. Αν πάτε ελαφρώς αριστερά, από εκεί θα βρεθείτε μετά απο 4 χλμ. πάνω σε περιοχή λατομείων, ενώ εαν συνεχίσετε την πορεία σας ανατολικά θα φτάσετε στα Καλύβια Βαρβάρας.

Την Αρχαία Άκανθο

Η Αρχαία Άκανθος απλωνόταν σε τρεις λόφους του όρους Στρατονικού σε μία έκταση 560 στρεμμάτων, περίπου 600 μέτρα νοτιοανατολικά από τον οικισμό της Ιερισσού. Η τειχισμένη πόλη πήρε το όνομά της είτε από από τα πολλά αγκάθια της περιοχής, είτε από τον ακανθοειδή σχηματισμό της οχύρωσης. Συστηματική ανασκαφή δεν έχει γίνει. Κάποιοι από τους περιηγητές του περασμένου αιώνα αναφέρουν την ύπαρξη αρχαίου μόλου στο λιμάνι της πόλης. Πράγματι, τα σημερινά  ίχνη της αρχαίας Ακάνθου αρχίζουν από την παραλία της Ιερισσού, όπου σώζονται απομεινάρια του κρηπιδώματος του αρχαίου λιμανιού. Από τα ερείπια τα πιο εντυπωσιακά είναι τα τείχη της ακρόπολης, αφού διασώζονται τμήματα με ύψος έως και 8 μέτρα!

Τα ορατά λείψανα είναι κυρίως τμήματα από την οχύρωση της πόλης, από τα τείχη και  ένα εντυπωσιακό τμήμα της ακρόπολης. Επίσης, διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη και οικοδομικά απομεινάρια ελληνιστικών χρόνων, δημόσια κτίσματα, σπίτια και η θεμελίωση ενός ναού -πιθανότατα της θεάς Αθηνάς- στην κορυφή λόφου.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Θαυμάσιος είναι ο περίπατος στους τρεις λόφους όπου εκτεινόταν η αρχαία Ακανθος. Θα τον χαρείτε ιδιαίτερα την άνοιξη που ο τόπος είναι καταπράσινος. Ανεβαίνοντας ευθεία από την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου θα δείτε το βυζαντινό καλντερίμι κι επάνω του μια οικία με εσωτερική αυλή που περιβάλλεται από δωμάτια. Κτίστηκε στα τέλη του 4ου αρχές 3ου αιώνα π.Χ. και καταστράφηκε τον 2ο αι. π.Χ.  Οπως φαίνεται από τη δομή της, τη χαρακτηρίζει η απόλυτη αίσθηση του ιδιωτικού χώρου.

Συνεχίζοντας τη βόλτα ανεβαίνετε στον πρώτο λόφο όπου θα δείτε μια βυζαντινή εκκλησία, πιθανόν του 10ου αιώνα, κτισμένη με υλικά από αρχαίο κτίριο που καταστράφηκε από το σεισμό του 1932. Γύρω της έχουν βρεθεί κεραμικά της Πρώιμης εποχής του Σιδήρου. Περπατώντας προς τον δεύτερο λόφο θα παρατηρήσετε τμήματα του τείχους αριστερά σας και στη συνέχεια θα ανεβείτε στον τρίτο λόφο. Στην κορυφή του υπάρχουν τα θεμέλια εκατόμπεδου αρχαίου ναού (δηλ. μήκους 100 ποδών ή 30,48 μέτρων) κατά την ανασκαφή του οποίου βρέθηκαν ελάχιστα κινητά ευρήματα. Η θέα από εκεί είναι εξαιρετική.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ

Μπορεί η αρχαία Ακανθος να μην έχει ανασκαφεί ακόμη σε μεγάλη έκταση, αλλά η έρευνα της νεκρόπολης έχει ξεκινήσει από το 1973. Εκτείνεται στο παράλιο τμήμα της Ιερισσού και μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί περισσότεροι από 600 τάφοι. Το νεκροταφείο χρησιμοποιήθηκε από την αρχαϊκή εποχή μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια, και στη συνέχεια, ίσως με κάποιες διακοπές, μέχρι το 17ο αι. π.Χ. Οι τάφοι βρίσκονται σε δύο ή τρία τουλάχιστον επάλληλα στρώματα, σε διάταξη συνήθως παράλληλη με την ακτογραμμή. Ενήλικες και παιδιά θάβονταν στον ίδιο χώρο, σύμφωνα με τα γνωστά ταφικά έθιμα της αρχαιότητας. Υπάρχουν διάφορα είδη, όπως ορθογώνιοι λάκκοι είτε απλοί είτε επενδεδυμένοι με πηλό ή πήλινες λάρνακες, απλές, ή με ανάγλυφη ή ζωγραφική διακόσμηση, κιβωτιόσχημοι και κεραμοσκεπείς τάφοι. Καταγράφηκαν, επίσης, εγχυτρισμοί, δηλαδή ταφές μέσα σε πιθάρια ή μικρότερα αγγεία, που αποτελούν και το μεγαλύτερο ποσοστό βρεφικών ή παιδικών ταφών.

Τα κτερίσματα εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία. Τα περισσότερα είναι πήλινα αγγεία. Πολλά  αποτελούσαν προσωπικά αντικείμενα των νεκρών, ή σχετίζονταν με τα επαγγέλματα και τις ασχολίες τους -μεταξύ αυτών, κοσμήματα, περόνες, πόρπες, καθρέφτες, στλεγγίδες, βελόνες, αγκίστρια, μαχαίρια, κ.λπ. Η παρουσία όπλων είναι μάλλον σπάνια. Πολύ συχνά, στους τάφους γυναικών, αλλά κυρίως παιδιών, βρίσκουμε πήλινα ειδώλια με τη μορφή χθόνιων θεοτήτων, ηθοποιών, ερωτιδέων, ανθρώπων, ζώων, κ.ά. Παρόμοια ταφικά έθιμα, τάφοι και ευρήματα συναντάμε και σε νεκροταφεία άλλων αρχαίων πόλεων της Μακεδονίας και της Θράκης.

Είναι εμφανείς οι επιδράσεις, οι πολιτισμικές επαφές και οι εμπορικές συναλλαγές με τις ελληνόφωνες πόλεις της Ανατολής, αλλά και με νησωτικά κέντρα του Αιγαίου, με την Εύβοια, την Αθήνα, την Κόρινθο και τη Βοιωτία. Ανάμεσα στο αρχαίο νεκροταφείο και την πόλη ήταν εγκατεστημένα τα εργαστήρια της Ακάνθου, όπου μεταξύ άλλων κατασκευάζονταν αμφορείς για τη μεταφορά του γνωστού από τις αρχαίες πηγές «ακάνθιου οίνου».

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Η αρχαία Ακανθος βρισκόταν στον Στρυμονικό κόλπο, στη ρίζα της χερσονήσου του Αθωνα, στον σημερινό κόλπο της Ιερισσού, κοντά στη διώρυγα του Ξέρξη. Τόσο ο Στράβωνας (7,331), όσο και ο Θουκυδίδης (4,84), την αναφέρουν ως αποικία των Ανδρίων. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο και κάποια αρχαιολογικά δεδομένα, πιθανή χρονολογία ίδρυσής της είναι το 655 π.Χ. Γενικότερα είναι αποδεκτό ότι ιδρύθηκε γύρω στα μέσα του 7ου αιώνα από Ιωνες αποίκους της Ανδρου, ή της Ανδρου και της Χαλκίδας, συγχρόνως με την ίδρυση τριών άλλων γνωστών αποικιών στην περιοχή: της Σάνης (Νέα Ρόδα), των Σταγείρων και της Αργίλου λίγο βορειότερα, της παλιότερης ελληνικής αποικίας στην περιοχή του Στρυμόνα. Η οικονομία της βασιζόταν στον ορυκτό και δασικό της πλούτο, καθώς και στα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα που διακινούνταν από το λιμάνι της.

Ο Ηρόδοτος (6,44) αναφέρει ότι η πόλη το 490 π.Χ. υποτάχτηκε στους Πέρσες του Μαρδόνιου. Κατά την επόμενη Περσική εκστρατεία, το 480 π.Χ. πέρασε από εκεί ο Ξέρξης και υποχρεώθηκε να φιλοξενήσει τον τεράστιο στρατό του, γεγονός που σήμαινε την σχεδόν ολοκληρωτική οικονομική καταστροφή της. Οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να εργαστούν στην διάνοιξη της διώρυγας για να περάσει ο στόλος του Ξέρξη.

Μετά το πέρας των Μηδικών πολέμων η Ακανθος αποτίναξε τον περσικό ζυγό και έγινε φόρου υποτελής στους νικητές Αθηναίους. Ο Ξενοφών στα Ελληνικά του (5,2,11), μας πληροφορεί ότι το 424 π.Χ. πέρασε στα χέρια του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα και παρέμεινε σύμμαχος των Λακεδαιμονίων μέχρι το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου. Στις αρχές του 4ου αιώνα τάχθηκε  εναντίον της Ολύνθου και κατά συνέπεια κατά της σύστασης της Ολυνθιακής Συμπολιτείας.

Ακολούθησαν οι Μακεδόνες, με τον Φίλιππο τον Β’ το 348 π.Χ., οι οποίοι κατέλαβαν όλες τις πόλεις της Χαλκιδικής και τις διατήρησαν υπό την κυριαρχία τους μέχρι το 200 π.Χ. Τότε η Ακανθος καταστράφηκε ολοσχερώς από τον Ατταλο Α’ τον Σωτήρα και τους συμμάχους του Ρωμαίους, κατά τους πολέμους εναντίον του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου του Ε’. Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος αναφέρει (31,45) ότι ο ενωμένος στόλος και στρατός του Αττάλου και των Ρωμαίων την κατέλαβαν και τη λεηλάτησαν. Το 168 π.Χ., μετά την μάχη της Πύδνας, κατέληξε ως ρωμαϊκή κτήση και οι τελευταίες αναφορές στην πόλη φτάνουν μέχρι τα βυζαντινά χρόνια.

Η Ακανθος ήταν φημισμένη για το κρασί και το αλάτι της. Ελεγαν, μάλιστα, πως τα τζιτζίκια στην πόλη αυτή ήταν… άφωνα. Ετσι βγήκε η γνωστή αρχαιοελληνική παροιμία «Ακάνθιος τέττιξ», όπως αναφέρουν ο Μνασέας ο Πατρεύς και ο Σιμωνίδης.

ΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Σημαντική θέση στην ιστορία της πόλης καταλαμβάνουν τα νομίσματα που κυκλοφόρησε. Θεωρούνται από τα αρχαιότερα και πλέον καλαίσθητα ελληνικά νομίσματα της αρχαιότητας. Η Ακανθος έκοψε νομίσματα για πρώτη φορά το 530 π.Χ., με πρότυπο τον ευβοϊκό σταθμητικό κανόνα του αργύρου. Το τετράδραχμό της φέρει παράσταση λιονταριού που κατασπαράζει ένα βόδι, τον περίφημο ταυροκτόνο λέοντα. Στην πίσω πλευρά υπάρχει ένα έγκοιλο τετράγωνο διαιρεμένο σε τέσσερα όμοια τετραγωνίδια. Αργότερα, στο ίδιο νόμισμα προστέθηκε η επιγραφή «ΑΚΑΝΘΙΟΝ» στην πίσω όψη, μαζί με κάποια σύμβολα (άνθος ακάνθου, κ.ά.). Σε άλλα τετράδραχμα το λιοντάρι κατασπαράσσει έναν κάπρο -ίσως αυτά  να κόπηκαν στα Στάγειρα, το λιμάνι των οποίων ονομαζόταν Κάπρος.

Στις δραχμές της Ακάνθου απεικονίζεται ταύρος γονυπετής, να στρέφει την κεφαλή προς τα πίσω. Στα τετρώβολα εικονίζεται πάλι λέων ή ταύρος. Σε διώβολα, η κεφαλή της Αθηνάς. Σε οβολούς η κεφαλή λέοντος αντωπού. Να σημειωθεί ότι όλα αυτά τα νομίσματα ήταν ασημένια. Μετά τα  424 π.Χ., όταν η Ακανθος προσχώρησε στο στρατόπεδο των Λακεδαιμονίων, άρχισε να κόβει ασημένια νομίσματα βάσει του φοινικικού σταθμητικού κανόνα. Και σ’ αυτά υπάρχει το λιοντάρι που κατασπαράσσει ταύρο, ενώ στην πίσω όψη υπάρχει η επιγραφή «ΑΚΑΝΘΙΟΝ» και το όνομα του εκάστοτε κυβερνήτη. Τετράδραχμα, τετρώβολα και τριώβολα φέρουν εμπρός ταύρο. Τα διώβολα εικονίζουν εμπρός την κρανοφόρο Αθηνά, με την επιγραφή «ΑΚΑΝ». Αυτά συνέχισαν να εκδίδονται έως το 400 π.Χ.

Την Αρχαία Σάνη

Σύμφωνα με τις λιγοστές αρχαίες πηγές, στην ευρύτερη περιοχή των Νέων Ρόδων Χαλκιδικής τοποθετούνται τρεις σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι, η αρχαία Σάνη, αποικία των Ανδρίων, η διώρυγα που διάνοιξε ο Ξέρξης, με σκοπό να αποφύγει την επικίνδυνη θάλασσα του Αθωνα, κατά την εκστρατεία του στην Ελλάδα, και τέλος η αρχαία Ουρανούπολη (ή Ουρανόπολη), η οχυρωμένη πόλη που ίδρυσε ο Αλέξαρχος, αδελφός του Κάσσανδρου, στα τέλη του 4ου αιώνα π.X.

H αρχαιολογική έρευνα μέχρι το 1990 είχε εντοπίσει τη διώρυγα του Ξέρξη στο στενότερο σημείο της χερσονήσου, ανάμεσα στα Nέα Ρόδα και την Τρυπητή, λείψανα της οχύρωσης της αρχαίας Ουρανούπολης στην περιοχή των Νέων Πόδων, αλλά, μόνον ενδείξεις για τον εντοπισμό της αρχαίας Σάνης. Πράγματι, η αρχαία Σάνη, η αποικία των Ανδρίων στην ανατολική χερσόνησο της Χαλκιδικής, είναι μια ακόμη αρχαία πόλη της οποίας η ιστορία άρχισε να ξετυλίγεται τα τελευταία χρόνια μέσα από τις αρχαιολογικές ανασκαφές.

Οι γραπτές πηγές πού αναφέρονται στην παραπάνω πόλη είναι ελάχιστες. Αναφορές βρίσκουμε κυρίως στα έργα των ιστορικών Ηρόδοτου και Θουκυδίδη, και του γεωγράφου Στράβωνα. Από εκεί αντλούμε και τις πληροφορίες για τη θέση της πόλης και τον ρόλο της κατά τους Μηδικούς πολέμους και κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι δύο ιστορικοί μας έδωσαν πολύτιμες πληροφορίες για τον εντοπισμό της θέση της αρχαίας Σάνης. Και οι δύο αναφέρουν πώς ήταν κτισμένη επάνω στους χαμηλούς λόφους του ισθμού, του στενότερου σημείου, της Ακτής, όπως λεγόταν τότε η χερσόνησος του Αγίου Ορους. Η περαιτέρω πληροφορία του Θουκυδίδη πώς ήταν στραμμένη «ες το προς Εύβοιαν πέλαγος», δηλαδή στη δυτική πλευρά της χερσονήσου, από την αρχή προσανατόλισε την έρευνα στην περιοχή της Τρυπητής, δίπλα στο νότιο στόμιο της διώρυγας.

Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Η έρευνα πού διενεργήθηκε από τη ΙΣΤ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στο λόφο πού βρίσκεται στην Τρυπητή, αριστερά του δρόμου προς την Ουρανούπολη σε μικρή απόσταση από την παραλία, απέδωσε καρπούς και υπήρξαν πολλές ενδείξεις για ύπαρξη οικισμού στη συγκεκριμένη θέση. Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με άλλα ευρήματα πού κατά καιρούς έχουν εντοπιστεί, μας οδηγούν στην υπόθεση πώς πιθανότατα η αρχαία Σάνη ήταν κτισμένη επάνω σ’ αυτό το λόφο.

Παρ’ όλο τον εντοπισμό της θέσης της, έχουμε ελάχιστα στοιχεία για την ιστορία της. Δεν γνωρίζουμε γιατί αποφάσισαν οι Ανδριοι να την ιδρύσουν, το πώς είχε οργανωθεί, και ποιά ήταν η πρώιμη ιστορία της. Πρώτες σαφείς μαρτυρίες έχουμε από την περίοδο των περσικών πολέμων, όταν η Σάνη αναγκάστηκε να υποταχτεί στους Πέρσες κατά τη διάρκεια της κατασκευής της διώρυγας του Ξέρξη και να συνεισφέρει με στρατό και πλοία.

Συνοψίζοντας όλες τις διαθέσιμες ιστορικές πληροφορίες και τα αρχαιολογικά δεδομένα, γνωρίζουμε ότι η Σάνη, ήταν αποικία των Ανδρίων στον Ισθμό της Ακτής στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. και βρίσκεται στην περιοχή της Τρυπητής. Εξετάζοντας τα κίνητρα πού ώθησαν τους Ανδρίους να ιδρύσουν και τρίτη αποικία μετά την Ακανθο και τα Στάγειρα, στην ίδια περιοχή, καταλήγουμε στη θεωρία ότι πιθανόν να ιδρύθηκε πρώτα η Σάνη και αργότερα η Ακανθος, για να βρίσκεται πιο κοντά στην περιοχή με τα μεταλλεία. Ή ότι κτίστηκε η Σάνη στη συγκεκριμένη περιοχή για να υπάρχει θαλάσσια επικοινωνία με το νότο, εφόσον η θέση της στη δυτική πλευρά της Ακτής έδινε άμεση επικοινωνία με τη μητρόπολη και άλλα κέντρα της εποχής, αποφεύγοντας τον επικίνδυνο περίπλου της Ακτής.

Η ΕΚΘΕΣΗ

Το μεγαλύτερο τμήμα της κύριας αίθουσας του αρχαιολογικού μουσείου Πολυγύρου καταλαμβάνει η έκθεση για τις τρεις αποικίες της Ανδρου στη Χαλκιδική. Από το εκτεταμένο νεκροταφείο της Ακάνθου παρουσιάζονται χαρακτηριστικά σύνολα κτερισμάτων από την αρχαϊκή ως και την ελληνιστική εποχή. Από την αρχαία Σάνη εκτίθενται τα τρία πήλινα ακρωτήρια του ναού του Απόλλωνα που βρισκόταν στη χώρα της αποικίας. Πρόκειται για τις τρεις Νίκες με γραπτή διακόσμηση, δύο σε όρθια στάση και μια σε «εν γούνασι δρόμου» στάση (δηλαδή μετωπικό κεφάλι και κορμός, και πόδια με κεκαμμένα γόνατα σε πλάγια όψη), που χρονολογούνται στην όψιμη αρχαϊκή εποχή.

Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ

Η αρχαιολόγος της 16ης Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, κα Μπετίνα Τσιγαρίδα, η οποία έχει αφιερώσει πολλά χρόνια από την επαγγελματική της δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή της Χαλκιδικής, έχει ασχοληθεί με το θέμα της Σάνης και μας δίνει πολύτιμα στοιχεία για το ναό του Απόλλωνα. Μας πληροφορεί ότι το ιερό ιδρύθηκε από τους κατοίκους προς τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., πιθανότατα του Απόλλωνα, έξω από την κυρίως πόλη. Σήμερα έχει εντοπιστεί ο ναΐσκος και η έρευνα συνεχίζεται. Στο κτίριο υπάρχει έντονη κορινθιακή επιρροή, που υποδηλώνει στενές σχέσεις με την Κόρινθο η οποία ήταν μεγάλο εμπορικό και καλλιτεχνικό κέντρο της εποχής. Η ίδρυση αυτού του κτιρίου με τον εξαιρετικό διάκοσμο (παρόμοιος συναντάται μόνον στα μεγάλα Ιερά της Νότιας Ελλάδας), υποδηλώνει τη σημασία του ιερού στην περιοχή, υψηλό πολιτιστικό και βιοτικό επίπεδο, καθώς και οικονομική ακμή της πόλης κατά τις τελευταίες δεκαετίες τού 6ου αιώνα, λίγα χρόνια πριν από τον ερχομό των Περσικών εκστρατευτικών σωμάτων.

Μέχρι στιγμής δεν έχουν βρεθεί στοιχεία για τη χρήση του ιερού κατά τον 6ο αιώνα, ενώ μια αποσπασματική επιγραφή του 5ου αιώνα π.Χ. γραμμένη στοιχηδόν σε ιωνικό αλφάβητο που βρέθηκε στην περιοχή του ιερού, επιβεβαιώνει την ύπαρξή του κατά την εποχή αυτή. Ελάχιστες λέξεις της επιγραφής διακρίνονται, οι χαρακτηριστικές όμως λέξεις, ιερό, δημοσία και μέσος υποδηλώνουν πως η επιγραφή πρέπει να ήταν όρος, δήλωνε δηλαδή τα όρια τού ιερού. Δεν είναι γνωστό αν ο ναΐσκος καταστράφηκε ή εγκαταλείφθηκε. Σύμφωνα με τις πηγές η περιοχή της Σάνης υπέστη δύο μεγάλες καταστροφές μετά τους Πέρσες, το 423 π.Χ. από τους Λακεδαιμόνιους και το 348-7 π.Χ. από τους Μακεδόνες. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν στοιχεία πού να δηλώνουν τη συσχέτιση της καταστροφής ή εγκατάλειψης του ναΐσκου με κάποιο από τα γεγονότα που αναφέρθηκαν παραπάνω.

Το κτίριο επισκευάστηκε από τον Αλέξαρχο στα τέλη του 4ου αιώνα, όταν ίδρυσε την Ουρανούπολη και συνεχίστηκε η χρήση του. Η επισκευή πρέπει να ήταν εκτεταμένη, εφόσον δεν περιορίστηκε μόνον στην κεράμωση, αλλά και σε λιθόπλινθους ενός τουλάχιστον από τους τοίχους των στενών πλευρών.

Τα Αρχαία Στάγειρα

Ο σημαντικότερος ιστορικός χώρος της Χαλκιδικής, τα αρχαία Στάγειρα, βρίσκονται στη χερσόνησο Λιοτόπι, δίπλα στη σημερινή Ολυμπιάδα. Η περιήγηση είναι πραγματική απόλαυση. Αν μάλιστα θέλετε να τα δείτε όλα να ξέρετε πως θα χρειαστείτε τουλάχιστον 2 με 3 ώρες και μην παραλείψετε το παραλιακό μονοπάτι το οποίο είναι υπέροχο. Η πόλη ιδρύθηκε το 665 π.Χ., από Ιωνες αποίκους που κατέφτασαν από το νησί της Ανδρου, ενώ λίγο αργότερα εγκαταστάθηκαν σ’ αυτήν και άποικοι από τη Χαλκίδα. Οι πηγές της αρχαιότητας είναι ακριβέστατες όσον αφορά τη θέση της πόλης. Ο Στράβωνας την τοποθετεί στα «Γεωγραφικά» του νοτιότερα της αρχαίας Ακάνθου, σε παραθαλάσσια περιοχή και αναφέρει και την ύπαρξη μιας μικρής νησίδας απέναντι από την πόλη, με το όνομα Κάπρος (προφανώς το σημερινό νησάκι Καυκανάς). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το ίδιο όνομα αποδίδεται και στο λιμάνι των Σταγείρων, ενώ πολλά νομίσματα της πόλης έφεραν ως σύμβολο έναν κάπρο.

[…] στι δ΄ ‘Άθων ρος μαστοειδς ξτατον ψηλτατον· ο ο τν κορυφν οκοντες ρσι τν λιον νατλλοντα πρ ρν τριν τς ν τ παραλίᾳ νατολς. κα στιν π πλεως τς ‘Ακάνθου περπλους τς χερρονσου ως Σταγερου͵ πλεως το ‘Αριστοτέλους͵ στδια τετρακσια͵ ν λιμν νομα Κπρος κα νησον μνυμον τ λιμνι· ετα α τοΣτρυμνος κβολα·
Στράβωνας, Γεωγραφικά 7a.1.33.12

Α’ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ & «ΚΟΙΝΟ ΧΑΛΚΙΔΕΩΝ»

Μετά το πέρας των Περσικών Πολέμων τα Στάγειρα προσχώρησαν στην Α' Αθηναϊκή Συμμαχία, αν και οι πηγές αναφέρουν ότι η συνεισφορά τους στο κοινό ταμείο ήταν σχετικά μικρή. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, όμως, το 424 π.Χ., η πόλη αποστάτησε από τους Αθηναίους, συμμάχησε με τους Σπαρτιάτες και παραδόθηκε στο Βρασίδα, ο οποίος φρόντιζε να τονίζει στους κατοίκους των πόλεων της αθηναϊκής συμμαχίας ότι πήγαινε ως ελευθερωτής τους για να τους σώσει από τον αθηναϊκό ζυγό. Αυτός ο ισχυρισμός εύρισκε ανταπόκριση τουλάχιστον σε ορισμένα στρώματα του πληθυσμού τα οποία λαχταρούσαν να απαλλαγούν από την οικονομική αφαίμαξη που εφήρμοζε εις βάρος τους η Αθήνα.

Με αυτό το σχέδιο ο Βρασίδας ξεκίνησε να διασπάσει την αθηναϊκή αυτοκρατορία στη Βόρεια Ελλάδα. Κατά την εκστρατεία του εκεί κατέλαβε κι άλλες πόλεις, όπως την Ακανθο, αλλά και την Αμφίπολη, μια από τις πιο σημαντικές αθηναϊκές αποικίες. Την άνοιξη του 423 π.Χ. Αθήνα και Σπάρτη συνήψαν ανακωχή, αλλά ο Βρασίδας αρνήθηκε να εγκαταλείψει το σχέδιό του. Τον Απρίλιο του 422 π.Χ. η ανακωχή έληξε και οι Αθηναίοι έστειλαν εκστρατευτικό σώμα υπό τον Κλέωνα να ανακαταλάβει τις πρώην κτήσεις τους στη Βόρεια Ελλάδα. Ο Βρασίδας όμως συνέτριψε τους Αθηναίους στην Αμφίπολη, όπου, ωστόσο, σκοτώθηκε και ο ίδιος, όπως και ο αντίπαλός του Κλέων. Ετσι, τα Στάγειρα δεν επέστρεψαν ποτέ στην Αθηναϊκή Συμμαχία.

Αργότερα, τα Στάγειρα εντάχθηκαν στο «Κοινό των Χαλκιδέων», την συνομοσπονδία των πόλεων της Χαλκιδικής που είχε πρωτεύουσα την Ολυνθο. Ο Φίλιππος ο Β’, πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ισοπέδωσε την πόλη στον Ολυνθιακό πόλεμο το 349 π.Χ., και την ανοικοδόμησε ξανά προς τιμήν του Αριστοτέλη, τον οποίο εκτιμούσε ιδιαίτερα. Πιθανότερο είναι, πάντως, η πόλη να ανοικοδομήθηκε από τον ίδιο τον Μέγα Αλέξανδρο, όπως αναφέρεται σε άλλες πηγές.

ΕΛΛΗΝΟΡΩΜΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Παρά την μετέπειτα ανοικοδόμηση της πόλης, η καταστροφή αυτή σηματοδότησε την αρχή μιας φθίνουσας πορείας, η οποία οδήγησε σταδιακά στην παρακμή. Κατά τους ελληνορωμαϊκούς χρόνους η πόλη ερήμωσε. Να σημειώσουμε ότι ο Στράβωνας, που έζησε από το 63 π.Χ. μέχρι το 23 μ.Χ., αναφέρει στα περίφημα «Γεωγραφικά» του, ότι την εποχή που επισκέφτηκε την περιοχή, τα Στάγειρα ήταν ήδη ερημωμένα.

[…] ν δ τ κλπ πρτη μετ τν κανθων λιμνα Στγειρα͵ ρημος͵ κα ατ τν Χαλκιδικν͵‘Αριστοτέλους πατρς͵ κα λιμν ατς Κπρος κα νησον μνυμον τοτ· εθ΄ Στρυμν κα νπλους ες μφπολιν εκοσι σταδων·
Στράβωνας, Γεωγραφικά 7a.1.35.25

ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

Κατά τη μεσαιωνική περίοδο, κοντά στο 1000 μ.Χ., αναφέρεται στη θέση της αρχαίας πόλης ένα κάστρο με την ονομασία κάστρο της Λιβασδιάς ή της Λιψάσδας. Ο επισκέπτης μπορεί και σήμερα να δει τα ερείπια κάποιων κτισμάτων στον βόρειο λόφο του αρχαιολογικού χώρου καθώς και μικρό τμήμα βυζαντινού περιτειχίσματος στους πρόποδές του.

ΤΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΑ

Οταν ο Αριστοτέλης απεβίωσε το 322 π.Χ. στη Χαλκίδα, το σώμα του μεταφέρθηκε στη γενέτειρά του, τα Στάγειρα, όπου θάφτηκε με εξαιρετικές τιμές. Ανακηρύχθηκε «οικιστής» της πόλης και έκτισαν βωμό πάνω στον τάφο του. Μάλιστα, καθιέρωσαν γιορτή στη μνήμη του, τα «Αριστοτέλεια». Σήμερα γίνονται σοβαρές προσπάθειες από την τοπική αυτοδιοίκηση και άλλους τοπικούς φορείς να αναβιώσουν τα "Αριστοτέλεια".

[…] Ο δε γε Αριστοτέλης έρχεται εν τη Μακεδόνων πόλει, ένθα παιδεύει Αλέξανδρον τον κτίστην, και μέγα μέρος γέγονε της τούτου βασιλείας. Πολλά γαρ εδυνήθη παρά τω βασιλεί, και τη δυνάμει δεόντως εχρήσατο, ευ ποιών και εκάστω ιδία και πάσι κοινή. Και ότι μεν πολλούς ιδία ευ εποίησε, δηλώσουσιν αι φερόμεναι αυτού συστατικαί επιστολαί περί τινων προς τον βασιλέα. Ότι δε και κοινή πολλούς ευ εποίησε, δηλοί το και την των Σταγείρων πόλιν κατασκαφθείσαν, πείθειν Αλέξανδρον αύθις κτίζειν. Όθεν και οι Σταγειρίται εορτήν επιτελούσι τω Αριστοτέλει, Αριστοτέλειαν αυτήν προσαγορεύοντες, και τον μήνα δε, εν ω η εορτή επιτελείται, Σταγειρίτην προσαγορεύοντες […]
Aristotelis opera omnia, Τόμος 16, Σελίδα 288

 

ΟΙ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ

Οι πρώτες ανασκαφικές επεμβάσεις στον αρχαιολογικό χώρο των Aρχαίων Σταγείρων ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και συνεχίστηκαν μέχρι τις μέρες μας φέρνοντας στο φως σημαντικότατα ευρήματα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το σχετικά πρόσφατο πρόγραμμα αναστήλωσης υπό την εποπτεία της ΙΣΤ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, το οποίο με την ολοκλήρωσή του θα προσφέρει πρόσβαση στους επισκέπτες του αρχαιολογικού χώρου σε τμήμα του τείχους που περιλαμβάνει κυκλικό πύργο και τον μεγάλο τετράγωνο πύργο. Στα Αρχαία Στάγειρα συστηματικές ανασκαφές, διαμορφώσεις και αναστηλώσεις έγιναν από τη ΙΣΤ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων μεταξύ 1990-2000, με διευθύνοντα τον αρχαιολόγο Κ. Σισμανίδη -ενώ οι πρώτες ανασκαφικές προσπάθειες ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 από τον Φ. Πέτσα. Ευρήματα από τις ανασκαφές θα δείτε στο αρχαιολογικό μουσείο του Πολυγύρου.

 

Τις Αρχαιότητες της Ουρανούπολης

Στην ευρύτερη περιοχή της Ουρανούπολης έχουν βρεθεί σημαντικές αρχαιότητες. Σε απόσταση 1 χιλιομέτρου ανατολικά του χωριού, στη θέση Κοκκινοχώραφο, αποκαλύφθηκε τάφος της ρωμαϊκής εποχής. Εντοπίστηκε σ’ έναν χαμηλό λόφο, κοντά στο δρόμο που οδηγεί στη μονή Ζυγού και την οριογραμμή του Αγίου Ορους. Η ανακάλυψη έγινε μέσα στα όρια ιδιωτικού κτήματος κατά τη διάρκεια εργασιών ισοπέδωσης. Το εύρημα μπορεί να μην εντυπωσιάζει σε πρώτη ανάγνωση, αλλά μας δίνει ένα νέο στοιχείο για μια ανεξερεύνητη από αρχαιολογική άποψη περιοχή, η οποία είναι γνωστή για την έντονη ανθρώπινη παρουσία κατά την αρχαιότητα.

Ο τάφος είναι κτιστός, κιβωτιόσχημος, και προσανατολισμένος παράλληλα προς την ακτογραμμή. Τα τοιχώματα του τάφου είναι κτισμένα πρόχειρα με αργούς (ανεπεξέργαστους) λίθους και κιτρινωπό πηλό σαν συνδετικό υλικό. Τo δάπεδο είναι χωμάτινο και ο νεκρός έχει αποτεθεί απευθείας πάνω στο κοκκινόχωμα σε ύπτια θέση. Τα μοναδικά κτερίσματα που βρέθηκαν είναι ένα χάλκινο νόμισμα πάνω στον θώρακα του νεκρού και ένα πήλινο άβαφο λυχνάρι δίπλα στο αριστερό του πέλμα.

Χρονολογικά το εύρημα τοποθετείται στο τρίτο τέταρτο του 3ου αι. μ.Χ. Πάνω από τον τάφο υψωνόταν ένας χαμηλός λιθοσωρός. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι παρόμοιοι λιθοσωροί παρατηρούνται σε αρκετές θέσεις στην γύρω περιοχή, ένδειξη που ίσως μαρτυρά την ύπαρξη οργανωμένου αρχαίου νεκροταφείου. Βορειότερα, σε μικρή απόσταση από την προαναφερθείσα τοποθεσία, υπάρχει υδατογέφυρα και στοά με σύστημα υδρομάστευσης της μεταβυζαντινής εποχής, καθώς και άλλα έργα που φαίνεται να εντάσσονται σ’ ένα γενικότερο σύστημα υδροδότησης της περιοχής.

Info

Σε μεγαλύτερο υψόμετρο, στη θέση Κοκκινάρα, σε ιδιωτικό κτήμα είχαν ερευνηθεί το 1959 από τον τότε επιμελητή Μανώλη Ανδρόνικο λείψανα σημαντικού ελληνιστικού κτιρίου, μετά τον εντοπισμό από τον ιδιοκτήτη μαρμάρινων δόμων και την ανεύρεση αρχαίων αντικειμένων, όπως πήλινων λυχναριών, χάλκινων νομισμάτων και μολύβδινων ελασμάτων. Η έρευνα ήταν μάλλον μικρής κλίμακας και σταμάτησε πρόωρα.

Το Κάστρο Νέπωσι

Νοτιοδυτικά του οικισμού Παλαιοχώρι, στην κορυφή ενός απόκρημνου λόφου στην ευρύτερη περιοχή με το τοπωνύμιο Νέπωσι, βρίσκεται το Καστέλι. Ο λόφος βρέχεται περιμετρικά από τα νερά του ρεύματος Παλαιοχωρινός Λάκκος, παραποτάμου του Χαβρία, του ποταμού της Ορμύλιας. Υπάρχει μόνο ένα στενό και δύσβατο μονοπάτι που συνδέει τον δυσπρόσιτο λόφο με το βουνό που εκτείνεται στα ανατολικά του. Παρ’ όλα αυτά, το κάστρο δεν είναι ευδιάκριτο από απόσταση, διότι γύρω του υψώνονται μεγαλύτεροι ορεινοί όγκοι, το φυσικό ανάγλυφο είναι ιδιαίτερα έντονο και η βλάστηση οργιώδης.

Τις περισσότερες πληροφορίες για το Καστέλι τις αντλούμε από την 10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής, η οποία πραγματοποίησε εδώ ανασκαφικές έρευνες το 1998 και το 2003, υπό την εποπτεία του αρχαιολόγου Ιωακείμ Αθ. Παπάγγελου. Οι έρευνες έδειξαν ότι το οχυρωματικό περιτοίχισμα του ενός περίπου χιλιομέτρου από αργούς (ακατέργαστους) λίθους και ασβεστοκονίαμα που περιβάλλει το κάστρο και σώζεται σε ύψος μέχρι και 4 μέτρων, περιλαμβάνει πιθανότατα τρεις οικοδομικές φάσεις: Μια κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο που μάλλον καταστράφηκε από σεισμό, μια κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο και πιθανότατα μια τρίτη, επισκευαστική φάση.

Το κάστρο καταλαμβάνει μια έκταση περίπου 15 στρεμμάτων και στο εσωτερικό του, στο δυτικό τμήμα, υπήρχε οικισμός. Υπήρχε, επίσης, ξυλόστεγος ναός του 6ου αιώνα σε ρυθμό τρίκλιτης βασιλικής, με μαρμάρινο τέμπλο και καμαροσκέπαστο υπόγειο τάφο δύο κλινών κάτω από τον νάρθηκα. Εντοπίστηκαν πολλές ταφές της μεσοβυζαντινής περιόδου τόσο μέσα στο ναό, όσο και γύρω από αυτόν. Ο ναός πιθανόν καταστράφηκε από σεισμό, αλλά αργότερα –ίσως τον 10ο αιώνα–, αναστηλώθηκε. Η μερική ανασκαφή έδειξε, επίσης, ότι μέχρι την οριστική του εγκατάλειψη επισκευάστηκε ακόμη δύο φορές.

Οι αρχαιολογικές έρευνες μας έδωσαν πολύτιμες πληροφορίες για το μνημείο και για το χώρο. Τα χειροποίητα όστρακα (κεραμικά θραύσματα) που ανακαλύφθηκαν μαρτυρούν εγκατάσταση στην περιοχή από τους προϊστορικούς χρόνους. Αλλά τα ευρήματα δεν περιορίζονται στα προϊστορικά όστρακα. Από τα ελληνιστικά όστρακα και τα ρωμαϊκά νομίσματα που βρέθηκαν συνάγεται ότι ο χώρος κατοικείτο τόσο κατά την ελληνιστική περίοδο όσο και κατά την ρωμαιοκρατία.

Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως και νομίσματα του αυτοκράτορα Αναστασίου και του Ιουστινιανού από τα οποία συμπεραίνεται ότι η κατοίκηση της περιοχής συνεχιζόταν και κατά τον 5ο και 6ο αιώνα. Τέλος, βρέθηκαν κεραμικά θραύσματα που είχαν υποστεί εφυάλωση, μια τεχνική βάσει της οποίας τεκμηριώνεται και ανθρώπινη εγκατάσταση στο χώρο κατά τον 14ο αιώνα. Τότε θα πρέπει να συνέβη η καταστροφή και εγκατάλειψη του κάστρου, γεγονός που ίσως συνδέεται με την ίδρυση του οικισμού του Παλαιοχωρίου, που αρχίζει να εμφανίζεται στις ιστορικές πηγές, ακριβώς εκείνη την περίοδο. Ο Ιωακείμ Παπάγγελος μας πληροφορεί και για τις δύο επιγραφές που βρέθηκαν στα ερείπια του ναού. Η πρώτη είναι του 6ου αι. και μάλλον προέρχεται από τον καμαροσκέπαστο υπόγειο τάφο του νάρθηκα και έχει ως εξής:

+Mνιμίον ου-
άννου υο Ε-
τροπίου, ε τις
δ ερεθ τί-
θον παρ γνό-
σεoς μο, δόσι
λόγον το Θ(εο) ν -
μέρ() κρίσεος+

Η επιγραφή μιλάει για κάποιον Ιωάννη ο οποίος ενταφιάστηκε στο συγκεκριμένο σημείο και είναι μάλλον κακογραμμένη και ανορθόγραφη. Από ένα χάλκινο δακτυλίδι, όμως, που βρέθηκε εκεί, χαρακτηριστικό των μεσοβυζαντινών χρόνων, φαίνεται ότι ο τάφος χρησιμοποιήθηκε εκ νέου εκείνη την περίοδο. Από τη δεύτερη επιγραφή , η οποία είναι περισσότερο σημαντική, διασώθηκε το δεξί μισό. Πιθανότατα σχετίζεται με την επισκευή του κάστρου κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο και αναγράφει τα εξής:

[... θεο]φύλακτον κάστρον
[... πανε]υτυχος
[... Kωνσταντίν]ου κα Zωής
[...] Mιχαλ πατρι [κίου...] τούτους του[ς]
[... του]ς ´SYK[S´]

Το έτος ´SYK[S´] είναι το 917/918, η περίοδος συμβασιλείας του Kωνσταντίνου Ζ´ του Πορφυρογέννητου, ο οποίος ήταν ανήλικος, με την μητέρα του Zωή Kαρβονοψίνα. Το όνομα Mιχαήλ πρέπει να αναφέρεται σε γνωστό πατρίκιο ο οποίος έζησε τη συγκεκριμένη εποχή και πρέπει να είχε σχέση με τη διοίκηση της περιοχής, ή να φρόντισε για την επισκευή του κάστρου. Και μόνο το ενδιαφέρον των ευγενών για το κάστρο δηλώνει τη σημασία του για την περιοχή. Πιθανότατα να αποτελούσε σημαντικό κρίκο στο αμυντικό δίκτυο της αυτοκρατορίας, αφού είναι γνωστό ότι η Χαλκιδική, ιδιαίτερα κατά το δεύτερο μισό του 10ου αι. αποτέλεσε στόχο βουλγαρικών επιδρομών.

ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΑ ΤΕΙΧΗ

Η προσέγγιση του τείχους και του κάστρου γίνεται μέσω χωματόδρομου και περιπατητικού μη σηματοδοτημένου μονοπατιού. Ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο που συνδέει το Παλαιοχώρι με τη Μεγάλη Παναγιά θα δείτε σε λιγότερο από 3 χιλιόμετρα στα αριστερά σας τις ταμπέλες για την ευρύτερη περιοχή που ονομάζεται Νέπωσι. Ο αρχικά ανηφορικός χωματόδρομος είναι βατός και σε 450 μ. περίπου θα συναντήσετε νέα βυσσινί ταμπέλα που θα σας δείχνει να ακολουθήσετε τον αριστερό κλάδο του χωματόδρομου. Συνεχίστε και σε λιγότερο από 3 χλμ. θα συναντήσετε στα αριστερά σας ξύλινο παρατηρητήριο. Ανεβείτε στη μικρή σκάλα και θα δείτε απέναντί σας το μεγαλύτερο μέρος του πέτρινου τείχους του κάστρου. Για να φτάσετε δίπλα του θα πρέπει να βρείτε λίγα μέτρα πιο κάτω το μη σηματοδοτημένο μονοπάτι το οποίο πρώτα κατηφορίζει στη ρεματιά και στη συνέχεια ανηφορίζει προς το Καστέλι.

Το Μεσαιωνικό Νεκροταφείο της Ιερισσού

Το μεσαιωνικό νεκροταφείο της Ιερισσού ανακαλύφθηκε μόλις το 1984, ενώ οι ανασκαφικές έρευνες στο νεκροταφείο της Ακάνθου, που βρισκόταν στον ίδιο χώρο, είχαν ξεκινήσει από το 1970. Ο πλέον αρμόδιος για να μας δώσει πληροφορίες γι’ αυτό είναι ο αρχαιολόγος Ιωακείμ Παπάγγελος ο οποίος συμμετείχε μαζί με άλλους συναδέλφους του στις πρώτες εκείνες ανασκαφές. Μεταφέρουμε αποσπάσματα από την ανακοίνωση του Δρ Παπάγγελου στο 8ο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης, που διοργανώθηκε στην Αθήνα από την Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, λίγα χρόνια μετά την ανακάλυψη του αρχαιολογικού χώρου.

«Οι τάφοι ήταν απλής κατασκευής λάκκοι, σκαμμένοι στο αμμώδες έδαφος των περισσότερων από τους όποιους τα τοιχώματα στηρίζονταν με αργούς πλακοειδείς λίθους ή θραύσματα παλαιοχριστιανικών θωρακίων ή θραύσματα υστερορωμαϊκών σαρκοφάγων, από όμοιο υλικό ήταν και οι καλυπτήριες πλάκες. Ο προσανατολισμός τους ήταν πάντα Δ-Α και κάθε ταφή περιείχε ένα μόνο νεκρό (εκτός από μια παιδική πού είχε δύο) ύπτιο, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος ή, σπανίως, το ένα στο στήθος και το άλλο πάνω στην μέση τής λεκάνης. Βρέθηκαν αρκετά κοσμήματα, χάλκινα τα περισσότερα (ενώτια και δακτύλιοι), λίγα αργυρά (ενώτια) και περιδέραια από χάνδρες υαλόμαζας. Λίγα νομίσματα (Ακάνθου, αδιάγνωστα -μάλλον ρωμαϊκά) που βρέθηκαν στα χώματα των επιχώσεων. Κεραμική ανακαλύφθηκε μόνο εκτός τάφων. Ηταν θραύσματα αρχαίων αγγείων και μόνο ένα χαρακτηριστικό παλαιοχριστιανικό όστρακο. Δημοσιευμένα κοσμήματα από όλες τις βαλκανικές χώρες παρόμοια με τα δικά μας, χρονολογούνται από τον 6ο έως τον 12ο αι. μ.Χ.

Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, η περιοχή της Ιερισσού ήταν ακατοίκητη προ του 883 όταν στα ερείπια του κάστρου της Ακάνθου, ή δίπλα σ' αυτό, ιδρύθηκε η μονή του Κολοβού. Το 924 αναφέρονται, για πρώτη φορά σαφώς, κάτοικοι της Ιερισσού και γνωρίζουμε ότι προ του 959 εγκαταστάθηκαν στην περιοχή οι πολυσυζητημένοι "Σκλάβοι (ή σκλάβοι;) Βούλγαροι". Από την Ιερισσό επίσης προέρχεται το αρχαιότερο χρονολογημένο γλαγολιτικό κείμενο, του 982). [Σ.Σ. το Γλαγολιτικό αλφάβητο γνωστό επίσης και ως Γκλαγκόλιτσα (ρωσικά:Глаголица) είναι το αρχαιότερο γνωστό Σλαβικό αλφάβητο].

Με το εύρημα μας τίθεται και πάλιν το διττών ερώτημα: Γύρω στις αρχές του 10ου  αι. στην ερημωμένη Ακανθο εγκατεστάθη ένας νέος πληθυσμός, στον οποίο ήταν έντονη (τουλάχιστον) η σλαβική παρουσία, ή κατά την ίδια εποχή και για λόγους τους οποίους αγνοούμε, ο πληθυσμός της Ακάνθου-Ιερισσού ενισχύθηκε με νέους εποίκους, μεταξύ των οποίον και αριθμός σλάβων; Ο εντοπισμός του νεκροταφείου μας πιθανώς να είναι η απαρχή της απαντήσεως, προς το παρόν μπορούμε να επισημάνουμε μόνον τα εξής:
Θα πρέπει να θεωρηθεί ως βεβαία μια προϊούσα συρρίκνωση του αρχαίου νεκροταφείου και ένα "συμμάζεμά" του προς Ανατολάς, δηλαδή προς τα όρια του οικισμού, όπου διατηρήθηκε το νεκροταφείο της Ιερισσού μέχρι τη φοβερή καταστροφή του χωριού από το σεισμό του 1932. Η διατήρηση της ταφικής παραδόσεως στον ίδιο χώρο επί 26 αιώνες, καθώς και η διατήρηση αρχαίων τοπωνυμίων όπως π.χ. Στρατώνι, νομίζουμε ότι μάς επισημαίνει μία πιθανότατη αδιάπτωτη συνέχιση της ζωής στον ίδιο χώρο.

Υπ’ όψιν ότι στην ίδια περιοχή, πάνω από κλασσικές ταφές, εντοπίσθηκε και το τουρκικό νεκροταφείο του 17ου -18ου αι. Στο ίδιο συμπέρασμα συνηγορεί και το γεγονός ότι το 982 κάτοικοι της Ιερισσού με σαφώς σλαβικά ονόματα, υπογράφουν ιδιοχείρως με θαυμάσια ελληνικά. Να θεωρήσουμε ότι πρόκειται για αξιοζήλευτα αποτελέσματα κάποιας πιθανής εκπαιδευτικής προσπάθειας της νεοσυστάτου "Επισκοπής Ερισσού", ή ότι σ' αυτό συνέβαλε και η απομόνωση των νεοεγκατασταθέντων αλλοφύλων μέσα σ’ ένα ελληνικό περιβάλλον; Η συνέχιση της ανασκαφής πιστεύουμε ότι παρέχει τις μόνες ουσιαστικές πιθανότητες για την απάντηση στα ερωτήματα μας».

Την Μονή Ζυγού

Η μονή Ζυγού είναι ένα παλιό αγιορείτικο μοναστήρι το οποίο ιδρύθηκε στα μέσα του 10ου αιώνα και καταστράφηκε λίγο πριν από το 1198. Βρίσκεται περίπου 2 χλμ. ανατολικά της Ουρανούπολης, ακριβώς έξω από τα όρια του Αγίου Ορους, σε μια θέση γνωστή και ως Φραγκόκαστρο (μόλις 40 μέτρα έξω από τη σημερινή οριογραμμή του Αγίου Ορους). Σύμφωνα με στοιχεία, φαίνεται να είναι από τα αρχαιότερα μοναστικά ιδρύματα της Αθωνικής χερσονήσου. Ηρθε στο φως από τη σκαπάνη των αρχαιολόγων, με επικεφαλής τον Ιωακείμ Παπάγγελο, μετά από έρευνα το 1984. Την ευθύνη της αρχαιολογικής έρευνας έχει η 10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.

Oπως αναφέρει ο επιστημονικός υπεύθυνος της ανασκαφής «το Αγιο Ορος από τότε που άρχισε να κατοικείται συνεχώς ανανεώνεται. Ετσι, εαν κάποιος θέλει να μελετήσει τις εντός του Αγίου Ορους μονές από άποψη αρχαιολογική, κτιριολογική και οργάνωσης του λατρευτικού χώρου, πρέπει να ψάξει αλλού. Η μονή Ζυγού ιδρύθηκε τον 10ο αιώνα και το 1198 ήταν ήδη ερημωμένη. Λιθολογήθηκε ελάχιστα –άρα ό,τι υπάρχει εκεί είναι του αρχαίου Αγίου Ορους».

Στην ανασκαφή ο επισκέπτης θα δει το κάστρο, τους πύργους και κυρίως το καθολικό της μονής Ζυγού το οποίο οι αρχαιολόγοι φέρνουν στο φως. Το κάστρο αποτελείται από πέντε οικοδομικές φάσεις, όλες παλαιότερες του 1211. Η εντός των τειχών επιφάνεια φτάνει τα 5,5 στρέμματα και τα τείχη είχαν 11 πύργους –κάποιοι από τους οποίους αναστηλώνονται.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Οταν ο Οσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, ιδρυτής της μονής Μεγίστης Λαύρας, πρωτοήρθε στο Αγιο Ορος γύρω στο 958, εγκαταστάθηκε στην περιοχή της μονής του Ζυγού κι έκανε τη πρώτη ασκητική του δοκιμασία υπό την επίβλεψη ενός γέροντος μοναχού της περιοχής. Ομως, η πρώτη αναφορά του τοπωνυμίου Ζυγός γίνεται σε έγγραφο του 942, στο οποίο δεν προσδιορίζεται εαν το όνομα αυτό αναφέρεται σε τοποθεσία, μοναστήρι ή οικισμό. Η πρώτη σαφής αναφορά για την ύπαρξη της μονής Ζυγού γίνεται το 992, όταν ήταν ήδη ένα σημαντικό μοναστικό κέντρο, με σαφή ρόλο στη λειτουργία της Αθωνικής πολιτείας.

Το 1018, όταν ηγούμενος ήταν ο Νύφων, αυξήθηκε η περιουσία της μονής με τη χορήγηση εκτάσεων από την Αγιορείτικη κοινότητα. Την ίδια περίοδο επεκτάθηκε το κτιριακό συγκρότημα και κτίστηκε το νέο Καθολικό (κεντρικός ναός), το οποίο έχει εντοπιστεί και βρίσκεται στο επίκεντρο της ανασκαφικής και αναστηλωτικής προσπάθειας.

Κατά τον 11ο αιώνα η μονή του Ζυγού ήταν ένα από τα σημαντικότερα Αγιορείτικα μοναστήρια, με υψηλή θέση στην ιεραρχία των μονών. Φαίνεται ότι μέσα σ’ έναν αιώνα ολοκληρώθηκε το κτιριακό συγκρότημα όπως διακρίνεται σήμερα μετά την ανασκαφική έρευνα. Πρόκειται για ένα πεντάπλευρο κάστρο, ενισχυμένο από δέκα ή έντεκα πύργους. Για λόγους που δε γνωρίζουμε, στα τέλη του 12ου αιώνα η μονή ήταν έρημη και με χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Αλεξίου Αγγέλου Κομνηνού παραχωρήθηκε μαζί με τα μετόχια της στην επανασυσταθείσα μονή Χελανδαρίου.

Γύρω στο 1206 φαίνεται πως εγκαταστάθηκε στο κάστρο του Ζυγού ένας Φράγκος άρχοντας ο οποίος εξορμούσε για να λεηλατεί το Αγιο Ορος –γεγονός που σταμάτησε το 1211, με παρέμβαση του Πάπα της Ρώμης. Γι’ αυτό και τα ερείπια της μονής ήταν γνωστά στην περιοχή και αναφέρονται συχνά -και στους χάρτες- ως Φραγκόκαστρο.

Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ-ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Η εγκατάλειψη και η απόληψη λίθων για οικοδομικό υλικό μετέτρεψαν το μοναστήρι σ’ έναν θλιβερό σωρό ερειπίων, ο οποίος συνέχισε να αποτελεί πηγή οικοδομικών υλικών για τους κατοίκους της περιοχής μέχρι το 1980. Μέσα και γύρω από το μοναστήρι λειτουργούσαν έξι ασβεστοκάμινοι. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι από εδώ προήλθε ο ασβέστης που χρειάστηκε για να κτιστεί το Ξενία στην Ουρανούπολη, το 1960.

Πολύτιμες πληροφορίες για τη μονή αντλούμε από τα αρχεία της 10ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, η οποία είναι υπεύθυνη για την αρχαιολογική έρευνα. Με τις τελευταίες ανασκαφικές έρευνες διαπιστώθηκε ότι η μονή κτίστηκε σε θέση όπου προϋπήρχαν εγκαταστάσεις από τον 4ο π.Χ. μέχρι και τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Το κτιριακό συγκρότημα αποτελείται από τον παλαιό πυρήνα (τον δυτικό), ο οποίος διπλασιάσθηκε με επέκταση προς ανατολάς.

Το Καθολικό βρίσκεται στην επέκταση και άρχισε να δημιουργείται κατά το πρώτο μισό του 11ου αιώνα. Αποτελείται από τέσσερις σαφώς διακρινόμενες οικοδομικές φάσεις: Αρχικά οικοδομήθηκε ο σύνθετος τετρακιόνιος κυρίως ναός, με τον στενό νάρθηκά του. Σε δεύτερη φάση προστέθηκε το βόρειο παρεκκλήσι με τον κτητορικό τάφο, στην τρίτη ο εξωνάρθηκας και στην τέταρτη το νότιο μονόχωρο τρουλλαίο παρεκκλήσι με τον κτητορικό, επίσης, τάφο. Ακολούθησε η κατασκευή των τριών επισήμων τάφων σε επαφή με τον νότιο τοίχο του Καθολικού. Πρόκειται για σταυροειδή εγγεγραμμένος ναό, με δύο ταφικά παρεκκλήσια.

Οι τοιχοποιίες του ναού σώζονται σε ύψος 2-4 μέτρων. Τα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη του, έργα περίτεχνα, λεηλατήθηκαν μερικώς σε πολύ πρώιμη φάση και τα περισσότερα από όσα έμειναν ήταν διαμελισμένα. Οι τέσσερις κίονες που συγκρατούσαν τον τρούλο λείπουν, όμως διατηρείται στην θέση του, σχεδόν ακέραιο, το μαρμάρινο διάφραγμα του βορείου δίλοβου ανοίγματος του κυρίως ναού. Το εσωτερικό του ναού ήταν επιχρισμένο με λεπτόκοκκο πατητό ασβεστοκονίαμα και ήταν τοιχογραφημένο. Στο νάρθηκα διατηρήθηκαν τμήματα από τη μεγάλη παράσταση του Ευαγγελισμού και διάλιθοι σταυροί. Στην κόγχη της προθέσεως του νότιου παρεκκλησίου αποκαλύφθηκαν δύο στρώματα τοιχογραφιών με την ίδια παράσταση ενός ολόσωμου ιεράρχη, πιθανώς του Αγίου Νικολάου.

Στα δάπεδα του Καθολικού και του βόρειου παρεκκλησίου υπάρχουν εξαιρετικής τέχνης μαρμαροθετήματα, προφανώς έργα του 11ου αιώνα, τα οποία σώζονται σε ικανοποιητική κατάσταση. Κατά τον 16ο - 17ο αιώνα, όταν το Καθολικό ήταν μισοερειπωμένο, εγκαταστάθηκε ένα συγκρότημα ελαιουργείου στο νάρθηκα. Ενα δεύτερο ελαιουργείο εγκαταστάθηκε την ίδια εποχή σ’ ένα ερειπωμένο ήδη κτίριο στην αυλή της μονής, αλλά η λειτουργία τους σταμάτησε πριν από το 1858.

Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως πολλά ευρήματα, ενώ οι ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη. Τα σημαντικότερα κινητά ευρήματα της μονής του Ζυγού είναι ο μαρμάρινος αρχιτεκτονικός διάκοσμος καθώς και τα μαρμαροθετημένα ψηφιδωτά δάπεδα, χαρακτηριστικό της βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Επίσης, από τα ανασκαφικά μικροευρήματα, ξεχωρίζουν τρία μολυβδόβουλα του 11ου αιώνα, κλείστρα βιβλίων, ένα αργυρό επίχρυσο μετάλλιο με χαρακτή παράσταση της Αγίας Παρασκευής, μια μικροσκοπική σφραγίδα, εγκόλπιο με παράσταση Αρχαγγέλου, υάλινες ψηφίδες από εντοίχιο ψηφιδωτό, χάλκινες βελόνες και δακτυλήθρες, μαχαίρια, νομίσματα 11ου και 12ου αιώνα, εφυαλωμένη κεραμική και γυάλινα αγγεία της ίδιας εποχής.

Τον Ναό του Αγίου Στεφάνου

Κάτι μοναδικό συμβαίνει στην Αρναία και έχει σχέση με τον ιερό Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Στεφάνου. Πρόκειται για τον μοναδικό αυτή τη στιγμή ναό στην Ελλάδα που ενώ λειτουργεί κανονικά, εξυπηρετώντας τις ανάγκες των πιστών, ταυτόχρονα είναι κτισμένος επάνω σε σημαντικές αρχαιότητες ανεκτίμητης ιστορικής αξίας, οι οποίες είναι στο μεγαλύτερό τους μέρος ορατές. Εκτός, δηλαδή, από τόπο θρησκευτικής λατρείας αποτελεί κι έναν επισκέψιμο χώρο ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο μητροπολιτικός ναός της Αρναίας, όπως προκύπτει από μαρμάρινη ενεπίγραφη πλάκα που βρίσκεται εντοιχισμένη στην πρόσοψή του, κτίστηκε το 1812 και τιμάται στη μνήμη του Αγίου Στεφάνου, αφού στην περιοχή υπήρχε μετόχι της μονής Κωνσταμονίτου του Αγίου Ορους, της οποίας το Καθολικό είναι επίσης αφιερωμένο στη μνήμη του Αγίου Στεφάνου. Ο ναός ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με διαστάσεις 41x19,5 μέτρα. Κατά την επανάσταση του 1821 κάηκε εκ θεμελίων, όπως και όλο το χωριό, οι κάτοικοι του οποίου το εγκατέλειψαν και διασκορπίστηκαν στη γύρω περιοχή. Αργότερα επέστρεψαν, ξαναέκτισαν το χωριό και την εκκλησία, στην οποία τοποθέτησαν ξύλινο τέμπλο και περίτεχνο δεσποτικό θρόνο, από τους λίγους ξυλόγλυπτους στην περιοχή. Το μοναδικής τεχνικής τέμπλο ήταν δωρεά της μονής Κωνσταμονίτου και περιελάμβανε 70 μικρότερες ξύλινες εικόνες και 14 μεγάλες επενδεδυμένες με ασήμι.

Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΥΡΚΑΓΙΑ

Το βράδυ της 5ης Σεπτεμβρίου του 2005 μια μεγάλη πυρκαγιά ξέσπασε στο εσωτερικό του ναού και τον κατέστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά. Η αιτία της παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα και άφησε πίσω της άθικτη μόνο την πετρόκτιστη τοιχοποιία. Η στέγη κατέρρευσε. Οτιδήποτε βρισκόταν εντός του ναού -οι εικόνες, τα βιβλία, κειμήλια και αντικείμενα ανεκτίμητης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας, το μοναδικής τεχνοτροπίας επαργυρωμένο και επιχρυσωμένο ξύλινο τέμπλο, ο περίτεχνος ξυλόγλυπτος δεσποτικός θρόνος-, μετατράπηκαν σε στάχτες.

Αμέσως, το Υπουργείο Πολιτισμού μέσω της 10ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, στην δικαιοδοσία της οποίας εμπίπτει ο ναός, με τη συνεργασία των εκκλησιαστικών αρχών και των τοπικών φορέων, αλλά και με την πλήρη συμπαράσταση των πολιτών της Αρναίας και της ευρύτερης περιοχής, ξεκίνησε το ηράκλειο έργο της αποκατάστασης.

ΤΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Κατά τη διάρκεια των εργασιών ανακατασκευής και ανακαίνισης, στο εσωτερικό του ναού διαπιστώθηκε η ύπαρξη τριών παλαιότερων κτιρίων: μίας μεγάλης τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής που χρονολογείται γύρω στο 400, ενός μικρού μονόχωρου βυζαντινού ναού του 10ου -11ου αιώνα κι ενός μεγάλου ορθογώνιου μεταβυζαντινού οικοδομήματος χωρίς κόγχη του 16ου -17ου αιώνα. Συγχρόνως, ήρθαν στο φως πολυάριθμα ευρήματα από την παλαιοχριστιανική εποχή έως και την περίοδο της τουρκοκρατίας: πήλινα, μαρμάρινα, γυάλινα και μεταλλικά αντικείμενα, κονιάματα και τοιχογραφίες.

Aνακαλύφθηκαν, επίσης, δεκαπέντε ταφές, κάποιες από τις οποίες ανάγονται στην παλαιοχριστιανική εποχή και άλλες στον 16ο αιώνα μ.Χ. Ετσι, λόγω των εργασιών ανακατασκευής του καμένου κτιρίου και χάρη στις συστηματικές ανασκαφικές έρευνες της 10ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων ,ανακαλύφθηκε μία σημαντικότατη πτυχή της ιστορίας της περιοχής: Η αδιάλειπτη, δηλαδή, ανθρώπινη παρουσία και δραστηριότητα στην Αρναία, και ειδικότερα στη θέση όπου σήμερα υψώνεται ο ναός του Αγίου Στεφάνου.

Μετά το πέρας των αναστηλωτικών εργασιών και της ανασκαφικής έρευνας σειρά είχε η προστασία και η συντήρηση των ευρημάτων. Παράλληλα, ο αρχαιολογικός χώρος διαμορφώθηκε ώστε να αναδειχθεί η θαμμένη ιστορία του τόπου. Στο ανακαινισμένο δάπεδο του ναού τοποθετήθηκαν ειδικά διαφανή «πάνελ», πάνω στα οποία οι επισκέπτες μπορούν να σταθούν, να περπατήσουν ή να εκκλησιαστούν, παρατηρώντας συγχρόνως φωτισμένο και ειδικά διαμορφωμένο τον αρχαιολογικό χώρο και τα ευρήματα που ανακαλύφθηκαν κάτω από το ναό.

Info

-Η μοναδικότητα του μνημείου και η ανάδειξη των ευρημάτων είχε ως αποτέλεσμα τη συρροή επισκεπτών κάθε ηλικίας και εθνικότητας στο ναό, σε καθημερινή βάση από τις αρχές του 2009 που ολοκληρώθηκε το έργο της 10ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Οι επισκέπτες έρχονται κατά μόνας ή σε οργανωμένες ομάδες, συμβάλλοντας στην τουριστική ανάπτυξη της Αρναίας και της ευρύτερης περιοχής.

-Ο ναός Αγίου Στεφάνου Αρναίας είναι ανοιχτός για το κοινό κάθε μέρα, από τις πρωινές μέχρι τις απογευματινές ώρες.

Τον λόφο του Προφήτη Ηλία στην Αρναία

Ο λόφος του Προφήτη Ηλία έχει όμορφη θέα και ήταν ανέκαθεν στρατηγικό σημείο ελέγχου της περιοχής. Βρίσκεται κοντά στην Αρναία και θεωρείται η ακρόπολη των αρχαίων Αρνών που αναφέρει ο Θουκυδίδης στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι ανασκαφές του 2003 από τη 10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Ι. Παπάγγελο ανέδειξαν το τείχος, ενώ στις πλαγιές σώζονται τα ερείπια της Ακρόπολης. Εχουν βρεθεί κεραμικά, νομίσματα και τάφοι. Ο λόφος πήρε το όνομά του από το ξωκλήσι που υπάρχει εκεί. Αναφέρεται από την περίοδο του μακεδονικού αγώνα (1904- 8), αλλά ίσως ξανακτίστηκε μεταγενέστερα.

Ο αρχαιολογικός χώρος του Προφήτη Ηλία ταυτίζεται από μερίδα μελετητών με την θέση της αρχαίας Αρναίας, χωρίς η θεωρία να έχει τεκμηριωθεί απόλυτα. Ο Θουκυδίδης ίσως να είναι και η μοναδική αξιόπιστη πηγή για την αρχαία πόλη. Ο μεγάλος Αθηναίος στρατηγός και ιστορικός αναφέρει ότι ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, κατευθυνόμενος με τον στρατό του από την αρχαία Άκανθο προς την Αμφίπολη, αναχώρησε από την πόλη Αρναί.

Επί ταύτην (τήν ΄Αμφίπολιν) ουν ο Βρασίδας άρας εξ’ ΄Αρνών της Χαλκιδικής επορεύετο τω στρατώ και αφικόμενος περί δείλην επί τον Αυλώνα και Βορμίσκον.
(Θουκυδίδης IV,103).

Βασιζόμενοι σε ιστορικά στοιχεία και αρχαιολογικά ευρήματα υποθέτουμε ότι η θέση της αρχαίας πόλης Αρναί βρισκόταν στα βόρεια του λόφου του Προφήτη Ηλία. Κατά άλλους μελετητές αρχαιολόγους, περιμετρικά του λόφου βρισκόταν μια άλλη αρχαία πόλη, η Αυγαία, και στην κορυφή του ήταν κτισμένη η ακρόπολή της. Για την πόλη Αρναί λέγεται ότι ήταν αποικία των Ανδρίων, υπόθεση που ενισχύεται από το γεγονός ότι στην Ανδρο, μετά την περίοδο των Περσικών Πολέμων, αναφέρεται πόλη με το όνομα Αρνη. Αγνωστος είναι, επίσης, ο χρόνος αλλά και η αιτία καταστροφής των Αρνών. Ισως ακολούθησε την τύχη των πόλεων της Ολυνθιακής Ομοσπονδίας τις οποίες κατέστρεψε ολοσχερώς ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Φίλιππος ο Β΄.

Αυτό το οποίο έχει επιβεβαιωθεί είναι το ότι στο λόφο του Προφήτη Ηλία η ανθρώπινη εγκατάσταση ήταν οργανωμένη ήδη κατά τους προϊστορικούς χρόνους (περί τον 15ο αι. π.Χ.) και συνεχίστηκε, σχεδόν αδιάλειπτα, μέχρι τον 14ο αιώνα μ.Χ. Οι λόγοι για τους οποίους στην περιοχή υπήρχε συνεχής κατοίκηση είναι προφανείς: το σημείο διαθέτει φυσική οχύρωση, υπάρχει πόσιμο νερό, υπάρχουν εύφορα εδάφη στον παρακείμενο κάμπο, τα δάση της περιοχής είναι πλούσια και οι περιοχές με τα μεταλλεία –από τον Στανό μέχρι τον Iσβορο– είναι σχετικά κοντά.

Οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι ο οικισμός στον Προφήτη Ηλία, ή στον Αϊ-Λιά όπως ονομάζουν το λόφο οι κάτοικοι της περιοχής, έφτασε στην μεγάλη του ακμή κατά τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ., και για δεύτερη φορά κατά την ρωμαιοκρατία. Οι περίοδοι αυτές πρέπει να έχουν άμεση σχέση με την έξαρση της μεταλλευτικής δραστηριότητας στην περιοχή, η οποία ως γνωστόν ήταν από την αρχαιότητα πλούσια σε μεταλλεύματα ασημιού και χρυσού. Υπάρχουν, εξάλλου, και σαφείς ενδείξεις που υποστηρίζουν αυτή τη θεωρία, αφού οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στο κάστρο και στις οικίες του μεσαιωνικού οικισμού προέρχονται από τον τεμαχισμό λίθινων τριβείων από τον εξοπλισμό των αρχαίων μεταλλείων.

Και ενώ οι ιστορικές πηγές επιβεβαιώνουν ότι ο ρωμαϊκός οικισμός υπήρχε μέχρι και τον 4ο αιώνα μ.Χ. με πιθανή περίοδο καταστροφής του τα μέσα του 6ου αιώνα, από τις ανασκαφές φαίνεται ότι στο λόφο του Προφήτη Ηλία υπήρξε κι ένας μεσοβυζαντινός οικισμός πάνω στον οποίο κτίστηκε το κάστρο και ο μετέπειτα οικισμός. Το κάστρο περικλείει μια έκταση 2.200 τετραγωνικών μέτρων, είχε σχήμα ακανόνιστου κύκλου και κατασκευάστηκε στην κορυφή του λόφου με τους λίθους που είχαν χρησιμοποιηθεί σε πρότερες οικοδομικές φάσεις. Κάποια τμήματά του σώζονται σε ύψος μέχρι 2 μέτρα, ενώ σύμφωνα με τους αρχαιολόγους δεν ξεπερνούσε τα 5 μέτρα. Ηταν κτισμένο με λάσπη και είχε χρησιμοποιηθεί ασβεστοκονίαμα μόνο σε μερικά σημεία της εξωτερικής πλευράς.

Info

Επιπλέον στοιχεία για τον αρχαιολογικό χώρο του Προφήτη Ηλία Αρναίας αντλήσαμε από το άρθρο «Η ανασκαφική έρευνα στον λόφο του Προφήτη Ηλία της Αρναίας κατά το έτος 2003», του αρχαιολόγου Δρ Ιωακείμ Αθ. Παπάγγελου, το οποίο περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Ο αρχαιολογικός χώρος του υψώματος Προφήτης Ηλίας Αρναίας», του Δημητρίου Θ. Κύρου.

Τον Πύργο της Κρούνας

Ενα από τα σημαντικά αξιοθέατα στην περιοχή της Ιερισσού είναι ο πύργος της Κρούνας, ο οποίος βρίσκεται σε απόσταση περίπου 1 χιλιομέτρου βορειοδυτικά της κωμόπολης. Αποτελούσε μετόχι, το οποίο περιβαλλόταν από τείχος, το οποίο σήμερα έχει καταρρεύσει σχεδόν ολοσχερώς. Υπολογίζεται ότι οικοδομήθηκε τον 15ο αιώνα και η ονομασία του μάλλον προέρχεται από την παραφθορά της λέξης Κορώνη, αφού πηγές του 1320 αναφέρουν τη Σκάλα Κορώνης βόρεια της περιοχής, κοντά στο λιμάνι Κλεισούρι. Εξ’ άλλου, σε οθωμανικά έγγραφα του 15ου αιώνα η ιδιοκτησία αναφέρεται ως μετόχι της Κορούνας και υπάγεται στην μονή Χελανδαρίου μέχρι το 1542.

Στη συνέχεια, κατά διαστήματα η μονή έχανε το ιδιοκτησιακό καθεστώς του μετοχίου και μέχρι το 1719, οπότε το αγόρασε εκ νέου μαζί με άλλες ιδιοκτησίες στην περιοχή πουλήθηκε και ξαναγοράστηκε τουλάχιστον δύο φορές. Το 1765 καταγράφηκε ως «κατεστραμμένο μετόχι Κορώνα της μονής Χελανδαρίου» και μέχρι το 1821, όταν ο πύργος πυρπολήθηκε και το μετόχι εγκαταλείφθηκε έγιναν κάποιες απόπειρες επιδιόρθωσης των ζημιών. Να σημειωθεί ότι υπήρχαν κι άλλα κτίσματα εκτός του πύργου, όπως μια οικία, αχυρώνας και στάβλοι. Κατά τον 19ο αιώνα το μετόχι συνέχισε να περιλαμβάνεται στα περιουσιακά στοιχεία της μονής Χελανδαρίου μαζί με άλλες ιδιοκτησίες της στην περιοχή.

Ο πύργος σήμερα έχει ύψος 12 μέτρων. Εικάζεται ότι διέθετε άλλον έναν όροφο οποίος κατέρρευσε. Σε πολλές πηγές αναφέρεται με το πλήρες όνομά του, Πύργος Κρούνας της μονής Χελανδαρίου. Το μνημείο ανήκει στη δικαιοδοσία της 10ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Μπορείτε να τον δείτε μόνο εξωτερικά (υπάρχει σήμανση στον κεντρικό δρόμο έξω από την Ιερισσό).

Τον Πύργο Προσφορίου

Οι γλάροι που πετούν γύρω του και οι ψαράδες που μπαλώνουν τα δίχτυα τους κοντά στην προβλήτα, ταιριάζουν απόλυτα με την εικόνα του μοναχικού, ψηλού πύργου πάνω στην άμμο. Το σύμβολο της Ουρανούπολης, η τελευταία «καρτ ποστάλ» που παίρνουν μαζί τους όσοι μπαίνουν στο πλοίο για το Αγιο Ορος, φαίνεται πως υπάρχει εκεί από τον 12ο αιώνα και είναι ο μεγαλύτερος και καλύτερα σωζόμενος πύργος στη Χαλκιδική. Το συγκρότημα αποτελούν ο βυζαντινός πύργος, ο μικρός οχυρός περίβολος, που τον λένε μπαρμπακά, και ο αρσανάς του 1865.

Ανήκε στο μετόχι Προσφόριον (σημερινή Ουρανούπολη) του οποίου τον αρχικό πυρήνα κατείχε η μονή Βατοπεδίου ήδη το 1018. Διάσπαρτες πληροφορίες για τα όσα συνέβησαν στο στιβαρό κτίσμα αντλούμε από της πηγές, αφού οι ανασκαφικές έρευνες δεν έχουν ολοκληρωθεί. Ξέρουμε ότι το 1379 φιλοξενήθηκε εδώ ο δεσπότης της Θεσσαλονίκης Ιωάννης Παλαιολόγος, ότι σε σεισμό του 1585 έπαθε μεγάλες ζημιές και το 1858 ήταν ακατοίκητος και ερημωμένος -μια εικόνα που άλλωστε αντίκριζε κανείς τότε σε όλη τη Χαλκιδική. Επίσης, πιθανότατα πυρπολήθηκε το 1821, αφού υπάρχουν μαρτυρίες ότι το 1858 ήταν σε κακή κατάσταση και ακατοίκητος.

Η σημερινή μορφή του πύργου προέκυψε μετά από την εκτεταμένη επισκευή και ανακατασκευή του που ακολούθησε. Το 1924, μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, στους χώρους του μετοχίου εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και ίδρυσαν την Ουρανούπολη. Με τον καιρό οικοδομήθηκαν κατοικίες που εντάχθηκαν σταδιακά σ’ ένα ενιαίο οικοδομικό σύνολο. Το 1928 ήρθε το ζεύγος Λοκ (Loch), η Τζόις και ο Σίντνεϊ, ως μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων. Εγκαταστάθηκαν στον πύργο και πρόσφεραν ουσιαστική βοήθεια στους πρόσφυγες και αργότερα στους σεισμοπαθείς.

ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΕΣ-ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΦΑΣΕΙΣ

Το κτίριο έχει να επιδείξει τουλάχιστον τρεις κύριες οικοδομικές-ιστορικές φάσεις. Η πρώτη, η βυζαντινή (11ος -12ος αιώνας), περιλαμβάνει το κάτω, πετρόκτιστο τμήμα, χωρίς τους δύο ορόφους. Σε επόμενη φάση, η οποία τοποθετείται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και πιθανότατα μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1585, κτίστηκαν ακόμα τρεις όροφοι, από τους οποίους σώζονται σήμερα οι δύο. Η τρίτη φάση περιλαμβάνει την εσωτερική ξυλεπένδυση του κτιρίου και τη στέγη που διασώζεται μέχρι σήμερα και συμπεριλήφθηκε στα έργα ανακατασκευής τα οποία ολοκληρώθηκαν το 1862. Ο εξωτερικός λοξός τοίχος αντιστήριξης (σκάρπα) προστέθηκε μετά την ανακατασκευή.

Στην ανατολική πλευρά του πύργου είναι προσκολλημένος ο μπαρμπακάς, δηλαδή ο οχυρός περίβολος, ο οποίος φαίνεται να είναι προσθήκη της πρώιμης Τουρκοκρατίας με μεταγενέστερες επισκευές. Οι σύγχρονοι χώροι ενδιαίτησης και αποθήκευσης στο εσωτερικό του μπαρμπακά οριοθετήθηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα. Βορειοδυτικά του πύργου βρίσκεται το κτίριο του αρσανά, που κτίστηκε το 1865 μαζί με μια αποβάθρα η οποία δεν υπάρχει σήμερα. Αποτελείται από τον ημιυπόγειο χώρο φύλαξης της βάρκας του μετοχίου, τους αποθηκευτικούς χώρους στο ημιανώγειο, και το ανώγειο με το χαγιάτι. Υπήρχαν κι άλλα κτίρια: αποθήκες, αχυρώνες, ελαιουργείο, πηγάδια. Σήμερα σώζεται μόνο το χαλκαδιό και το κολληγάδικο.

ΟΙ LOCH

Η Αυστραλέζα συγγραφέας και δημοσιογράφος Joice NanKivell ταξίδεψε στην Ευρώπη για να καλύψει τα γεγονότα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Το 1919 παντρεύτηκε τον Σκωτσέζο δημοσιογράφο και συγγραφέα Sydney Loch και μαζί συνέχισαν να ταξιδεύουν και να διαμένουν σε διάφορες χώρες του κόσμου θέλοντας να προσφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια (ανήκαν στη θρησκευτική ομάδα των Κουάκερων, ή Χριστιανών Φίλων). Σ’ ένα από τα ταξίδια τους πήγαν στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια έφτασαν ως την Ουρανούπολη. Το 1928 αποφάσισαν να εγκατασταθούν, αρχικά στο νησάκι της Αμμουλιανής και ύστερα στον πύργο του Προσφορίου, ο οποίος τους γοήτευσε.

Οι γεροντότεροι κάτοικοι της περιοχής τους θυμούνται ακόμη και λένε ιστορίες για τη «Μαντάμ» και για τον Sydney που βοήθησαν στις δύσκολες εποχές μετά από το σεισμό του 1932. Για το πώς έτρεχαν όλες τις ώρες της ημέρας να μοιράσουν φάρμακα στους πρόσφυγες και τις νύχτες έπαιρναν τα φαναράκια τους και επισκέπτονταν τα σπίτια των ανθρώπων που είχαν ανάγκη. Η μεγάλη τους συμβολή ήταν στο θέμα των υφαντών, καθώς ο Loch έκανε σχέδια με βάση μοτίβα από τοιχογραφίες του Αγίου Ορους και περσικά χαλιά και η Joice έδειξε στις γυναίκες των Μικρασιατών προσφύγων, που ήταν ήδη έμπειρες στην ύφανση, πώς να βάφουν το μαλλί με φυσικά χρώματα. Και οι δυο πέθαναν στην Ουρανούπολη, ο Sydney το 1954 και η Joice το 1982, στα 95 της χρόνια.

Το Αλσος της Αγίας Παρασκευής

Είναι ένας από τους πιο αγαπημένους χώρους αναψυχής και απέχει μόλις 2 χλμ. από την Αρναία. Η βόλτα στο άλσος της Αγίας Παρασκευής με τις βελανιδιές, την ομώνυμη εκκλησία και τα αναψυκτήρια θα σας αναζωογονήσει και θα σας ξεκουράσει. Ολες τις εποχές το επισκέπτονται σχολεία από όλη τη Χαλκιδική και δεκάδες άνθρωποι που περιηγούνται στον Δήμο Αριστοτέλη. Εδώ γίνεται στις 26 Ιουλίου ένα από τα μεγαλύτερα πανηγύρια της περιοχής.